Το φίλμ ακολουθεί τον T’Challa, ο οποίος ύστερα από τα γεγονότα του “Captain America: Civil War“, επιστρέφει πίσω στο σπίτι του, το απομονωμένο και τεχνολογικά προηγμένο έθνος της Wakanda, εκεί όπου πλέον είναι ο Βασιλιάς. Όμως, όταν ένας παλαιός εχθρός έρχεται και πάλι στο προσκήνιο, το σθένος του T’Challa ως Βασιλιάς και ως Black Panther δοκιμάζεται, καθώς παρασύρεται σε μια σύρραξη που θα θέσει το μέλλον της Wakanda και του κόσμου σε κίνδυνο.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Το Black Panther αποτελεί σεναριακή συνέχεια του Civil War, χωρίς όμως να προσφέρει κάτι στο story arc, την συνεχιζόμενη πλοκή δηλαδή, στο σύνολο του σύμπαντος της Marvel (MCU – Marvel Cinematic Universe). Ο ήρωας επιστρέφει στην πατρίδα του μετά τον θάνατο του πατέρα του, με σκοπό να γίνει ο νέος βασιλιάς της Wakanda. Θα βρει όμως διάφορες δυσκολίες για να καταστεί αυτό εφικτό, ενώ την ίδια στιγμή διακυβεύεται η παγκόσμια αποκάλυψη της ύπαρξης προηγμένου πολιτισμού στην χώρα του, χάριν της ύπαρξης του σπάνιου μετάλλου (vibranium) που διαχειρίζεται εδώ και αιώνες.
Το φιλμ συνεχίζει στο ώριμο ύφος που διακατέχει τα Captain America, χωρίς να γίνεται ιδιαίτερα κωμικό και χρωματικά “φαντεζί” σε σημείο που έκαναν τα Guardians of the Galaxy & Thor Ragnarok, θέλοντας έτσι να αποδώσει όσο γρηγορότερα μπορεί στοιχεία ενός ξένου (για την Marvel) “Batman”, στον εναλλακτικό μαύρο super-hero του MCU.
Το δυστύχημα είναι πως ενώ δημιουργεί αρκετές ενδιαφέρουσες σεναριακές ιδέες, με δυνατότητα ανάπτυξης αρκετών χαρακτήρων και αντίστοιχης πλοκής, τους ανακυκλώνει με δαιμονιώδη ταχύτητα, αφήνοντας μας τελικά ανικανοποίητους.
Το σενάριο φέρνει δύο διαφορετικούς κακούς στην ίδια πλοκή, καταστρέφοντας την προοπτική τους (θεωρώ πως και οι δύο άξιζαν περισσότερο χρόνο και “χρήση”) και μπερδεύοντας τον θεατή που χάνει τα “origin” στοιχεία του ήρωα. Εκτός αυτού όμως προσπαθεί διδακτικά να εισάγει “πολιτικό” μήνυμα (η αλήθεια είναι πως στον κόσμο των Comics αυτό γίνεται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό), χωρίς να ξεφεύγει όμως ή να κουράζει τον θεατή, μένοντας πιστή (δυστυχώς για κάποιους) στην φόρμουλα των προηγούμενων ταινιών κόμικ.
Το ναδίρ του Black Panther όμως δεν είναι το σενάριο του, το οποίο συνολικά περνά την βάση. Για πρώτη φορά η Marvel Studios παράγει κακό/φθηνό CGI, με τα special effects να φαίνονται “ξένα” σε κάθε καρέ, χάνοντας κάθε αίσθηση ρεαλισμού. Η δε τελευταία σκηνή μάχης μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών, αποτελεί πισωγύρισμα και κύκνειο άσμα του συγκεκριμένου τομέα του σύμπαντος, με τους υπεύθυνους να δυσκολεύονται με εμφατικό τρόπο να δημιουργήσουν μία martial fight σκηνή (πάλη σώμα με σώμα).
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Όπως συνηθίζουν πλέον οι ταινίες σουπερ-ηρώων, το cast δημιουργεί ένα μεγάλο assemble χαρακτήρων που παλεύουν να βρουν λίγο χρόνο για να δείξουν κάτι παραπάνω από την απλή ύπαρξη τους στο παρουσιολόγιο. Και αν σε άλλες περιπέτειες αυτό πραγματοποιείταi επιτυχώς, στο Black Panther αποτυγχάνει καθώς αρκετοί χαρακτήρες είναι προφανώς αχρείαστοι. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Chadwick Boseman (Marshall,Gods of Egypt) δεν χρειάζεται να κάνει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ήδη δείξει στην πρώτη του εμφάνιση, ενώ βρίσκει απέναντι του ένα καλύτερο ερμηνευτικά alter ego, τον εξαίρετο Michael B. Jordan (Creed, Fantastic Four).
Στους αδιάφορους ρόλους θα βρεις την Lupita Nyong’o στον ρόλο της κατασκόπου, τον Daniel Kaluuya (τον ξέρεις από το Get Out) σε αυτόν του Ιούδα, τον Forest Whitaker να ψάχνεται κινηματογραφικά (ίσως και οικονομικά), τον Sterling K. Brown να κάνει ένα αδιάφορο μπάσιμο από την μικρή στην μεγάλη οθόνη και τον Martin Freeman σε ρόλο Dr. Watson να αδικεί το ταλέντο του.
Η Danai Gurira (The Walking Dead) ενσαρκώνει σίγουρα την ηρωϊδα που θέλω να ξαναδώ στο μέλλον, ενώ η Letitia Wright (και όχι η Rihanna) υποδύεται τον… πράκτορα Q, προμηθεύοντας με απαραίτητα gadgets τον James Bond της Wakanda, χαρακτήρα που αβαντάρει (δικαίως) το σενάριο. Όσο για τον παράσταση, αυτή εκλάπη από τον θεότρελο και διασκεδαστικά σαδιστή Ulysses Klaue, aka Andy Serkis!
Η σκηνοθεσία του Ryan Coogler (Creed) δεν φέρνει κάτι καινούριο, ενώ κληρονομεί τα “χούγια” των κακογυρισμένων (για τα δικά μου γούστα) σκηνών πάλης, όπου δεν μπορεί ο θεατής να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει μπροστά στα μάτια του (μόνο το Winter Soldier των Russo μας εξέπληξε ευχάριστα). Είναι υπεύθυνος όμως για μία καταπληκτική σκηνή καταδίωξης με αυτοκίνητο (σίγουρη προσθήκη στην συνέχεια του αφιερώματος για car chase σκηνές), που θα μείνει ως highlight στην μνήμη σου. Το μοντάζ δεν βρίσκει σε κανένα σημείο κάποιον εντυπωσιακό ρυθμό, πιάνει όμως τον ελάχιστο δυνατό, ώστε να αποδώσει το σενάριο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χωρίς περιττές σκηνές.
Η μουσική αποτελεί την κορυφαία ειδική κατηγορία του φιλμ. Ένα μείγμα hip-hop ρυθμών (κάτι που απ’ όσο θυμάμαι μόνο τα Blade μας έχουν προσφέρει στο ίδιο genre) από τα χεράκια του Kendrick Lamar, συνδυασμένο με αφρικανικό ηχόχρωμα και “αμανέδες” που θυμίζουν Lion King σε Afro τέμπο, αλλά διατηρώντας ταυτόχρονα το γνωστό υπερηρωϊκό θέμα του MCU. Η παραπάνω επιλογή της παραγωγής κάνουν το Black Panther να διαφέρει από κάθε άλλη ταινία του είδους, βάζοντας (επιτέλους) το original score σε ρόλο πρωταγωνιστή.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Δεν χρειάζονται και πολλά επιχειρήματα για να παρακολουθήσεις μια ταινία σύμπραξης Disney-Marvel, οπότε σαφώς και το Black Panther προτείνεται ανεπιφύλακτα για θέαση σε κάποια σκοτεινή αίθουσα. Θα περάσεις καλά, θα γνωρίσεις ακόμα καλύτερα έναν περιθωριακό ήρωα που πρωτογνώρισες (κινηματογραφικά) πριν δύο χρόνια, δεν θα σε ενοχλήσουν τα όποια ψεγάδια της, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα την ξαναδείς, μα σίγουρα θα ανεβάσεις τις προσδοκίες σου στον ουρανό για το επερχόμενο Infinity War.
Μπορεί το “Black Panther” να προσπαθεί ατυχώς να γίνει κάτι περισσότερο από μία super-hero ταινία, θα γίνει όμως το πρώτο κερδισμένο ρίσκο της Marvel να αλλάξει λίγο το καλούπι παραγωγής ταινιών της.
Όπως πάντα αν κάνεις υπομονή θα δεις δύο επιπλέον σκηνές μετά το τέλος της ταινίας, οπότε περίμενε καρτερικά στην θέση σου κατά την διάρκεια των τίτλων τέλους, χωρίς να ενοχλείς (ναι για σένα που τις βλέπεις όρθιος λέω) τους υπόλοιπους.
ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΣΚΗΝΕΣ ΜΑΧΗΣ ΣΕ ΤΑΙΝΙΕΣ