Ο νεαρός Μίσα καταφθάνει στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2004, για να ζήσει με την μητέρα του την οποία είχε αποχωριστεί για κάποια χρόνια. Όμως, ο Μίσα αγνοεί το γεγονός ότι στην “Ολυμπιακή” Αθήνα θα τον περιμένει ένας πατριός, ο οποίος σε συνδυασμό με την γενικότερη κοινωνικοπολιτική και πολιτισμική κατάσταση της τότε Ελλάδας θα τον αναγκάσει να εισέλθει στην σκληρή πραγματικότητα και θα τον απομακρύνει από τα παιδικά του παραμύθια στα οποία είχε συνηθίσει να ζει.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
H Ελίνα Ψύκου επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη και στην σκηνοθετική καρέκλα μετά την επιτυχημένη εν μέρει πρώτη της προσπάθεια με την ταινία η “Αιώνια Επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά”. Κρατώντας έναν όμοιο ρυθμό και μία παρόμοια κινηματογράφηση κατακρίνει την ελληνική κοινωνία και το ολυμπιακό πνεύμα του τότε που αποδείχτηκε ολέθριο. Αυτό που αφήνει ερωτήματα είναι κάποια πολιτικά ‘’ακραία’’ και ολίγον τι επικίνδυνα μηνύματα που φαίνεται να προσπαθεί να εκφράσει η ταινία όσον αφορά την αντιμετώπιση των μεταναστών.
Στα αρνητικά έρχεται να προστεθεί και το “κουλτουριάρικο” ύφος που εκβιάζει να πετύχει η δημιουργός που δεν είναι κακό οπτικά αλλά γίνεται αποκρουστικό από ένα σημείο και μετά, γιατί όπως και να το δούμε το “Wild Dances” σε ακουστική version να ηχεί για να προσδιορίσει την εποχή αποτελεί κάτι το κωμικό χωρίς να το επιδιώκει και όχι κάτι το αντισυμβατικό και προχωρημένο.
Ανάμεσα στα αρνητικά βέβαια υπάρχουν και κάποια θετικά. Αρχικά, τα πολύ καλά animation των ζώων που έμοιαζαν απίστευτα ρεαλιστικά με την ευφυή ιδέα της δημιουργού να κάνει τα πλάνα στα οποία εμφανίζονται αρκετά σκοτεινά και να πείσει των θεατή ότι επρόκειτο για πραγματικά έμβια ζώα. Επιπλέον, η σκηνοθεσία στην “ονειρική διάσταση” στην οποία εισέρχεται ο πρωταγωνιστής είναι αξιόλογη και σε ευχαριστεί οπτικά, όμως η χρήση αυτών των σκηνών ξεπερνά το μέτρο και μετά από λίγο γίνεται κουραστική.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Όπως προαναφέρθηκε σκηνοθέτης της ταινίας είναι η Ελίνα Ψύχου νεαρή και φιλόδοξη καλλιτέχνης που μετρά ήδη μία αξιόλογη ταινία το “Η Αιώνια Επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά” και θα μας απασχολήσει, όπως φαίνεται, τα επόμενα χρόνια. Σκηνοθετικά η δημιουργός ακολουθεί αργή ροή, με μουντά γκρίζα πλάνα που έρχονται σε αντιδιαστολή με το ευχάριστο κλίμα που επικρατούσε στην Ελλάδα των Ολυμπιακών αγώνων. Επιπλέον, είναι ευρηματικός ο διαχωρισμός της ταινίας ανάμεσα σε δύο “κόσμους”, τον πραγματικό-σκληρό και τον ονειρικό-παραμυθένιο κόσμο, τον οποίο η αθωότητα ενός παιδιού δημιουργεί στο μυαλό του.
Το σενάριο είναι επαρκές και κάνει εμφανή την εξέλιξη της προσωπικότητας του νεαρού πρωταγωνιστή που εκβιάζεται από τις συνθήκες της ζωής του να ενηλικιωθεί πρόωρα. Παρ’ όλα αυτά, μερικά από τα γεγονότα της ταινίας αφήνουν κάποιες ακραίες υπόνοιες που δημιουργούν αρνητική εικόνα για το περιεχόμενο και εν μέρει ρατσιστική χροιά. Όσον αφορά τις ερμηνείες ήταν πολύ καλές με τους δύο άντρες πρωταγωνιστές να τραβούν τα βλέμματα τον έμπειρο Θανάση Παπαγεωρίου και τον άπειρο αλλά ιδιαίτερα εκφραστικό Victor Khomut.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Το Son of Sofia είναι μία ταινία τεχνικά προσεγμένη και με καλή αίσθηση. Το περιεχόμενο της τραβάει το ενδιαφέρον του θεατή να το εξετάσει αλλά καθώς το εξετάζει θα ανακαλύψει κάποια μηνύματα κάπως ακραία που δεν δικαιολογούνται εν έτει 2017. Επίσης, η επιδίωξη της δημιουργού να κάνει κάτι το καλαίσθητο και “κουλτουριάρικο” την οδηγεί μάλλον ακούσια στην υπερβολή σε σημείο που κάποιος απαιτητικός θεατής ίσως να κουραστεί.
ΣΤΕΝΑΧΩΡΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΚΡΙΖΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ