Θα είμαι ειλικρινής λέγοντας, πως δεν αποτελώ θιασώτη των τετριμμένων άρθρων που γράφονται αρχές κάθε χρόνου με τις καλύτερες και χειρότερες ταινίες του έτους που μόλις μας αποχαιρέτησε. Προς Θεού, δεν έχω καμία διάθεση να φτιάξω μια απολύτως υποκειμενική ξερή λίστα είτε με θετικό είτε αρνητικό πρόσημο για πολλούς και διάφορους λόγους, με κυριότερο το γεγονός ότι δεν έχω παρακολουθήσει όλες τις ταινίες του έτους.
Υπάρχουν όμως κριτήρια τα οποία μπαίνουν σε αντικειμενικά καλούπια και δεν χωρούν αμφισβήτηση. Είναι η συνολική εικόνα μιας κινηματογραφικής χρονιάς, πιο συγκεκριμένα τι μας άφησε στο βραχυπρόθεσμο θυμικό καθεμία από τις επιλογές που αποφασίσαμε να δωρίσουμε τον πολύτιμο χρόνο μας με αντάλλαγμα μια οπτικοακουστική εμπειρία, το σύνολο των περιπτώσεων που αναγκαστήκαμε να παρατήσουμε τις όποιες δραστηριότητες μας για μια επίσκεψη στην σκοτεινή αίθουσα. Όσον αφορά τους πιο “οργανωτικούς”, το σύνολο των καινούριων αναφορών που προστέθηκαν στην ταινιοθήκη των αγαπημένων τους επιλογών (τα λεγόμενα all-time top αγαπημένα).
Η χρονιά που πριν από λίγες μέρες έκλεισε, μάλλον με φέρνει στην δυσάρεστη θέση να πω με σιγουριά και χωρίς δεύτερη σκέψη, πως ήταν μακράν η χειρότερη που θυμάμαι να έχω ζήσει ως “ενεργός σινεφίλ”. Μια χρονιά με ελάχιστες στιγμές κινηματογραφικής μαγείας, με μηδαμινές μυρωδιές κλασικού σινεμά και κυρίως με καμία προσμονή για την επερχόμενη Πέμπτη, την “Κυριακή των Σινεφίλ” δηλαδή ή αλλιώς για τους όχι και τόσο μυημένους: ημέρα έναρξης πρώτων προβολών κάθε εβδομάδος.
Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος φιλμάκιας δεν ένιωσε το 2016 την ανάγκη να “εκκλησιαστεί” στον ναό κάποιου σινεμά, ούτε και ήρθε σε “σινεφιλική” ολοκλήρωση κατά τη διάρκεια των 365 ημερών του έτους.
Μα καλά κύριε αρθρογράφε, θέλετε να μας πείτε πως το έτος που μόλις τελείωσε δεν είχε καλές ταινίες;
Απαντώ: Όχι αρκετές! Αυτές που ξεχωρίζω (υποκειμενικά πάντα) είναι οι παρακάτω:
La La Land: Μια Emma Stone να την πιεις στο ποτήρι, μια ερμηνεία που την βάζει για πάντα στην δεξαμενή του “κλασικού”, ένα αστέρι που -επιτέλους- φέγγει, ένας κινηματογραφικός έρωτας (ω ναι, για την Emma μιλάω ακόμα) που σημάδεψε την χρονιά σε κοινό και κριτικούς (συγγνώμη για την ξύλινη ατάκα). Μια ταινία που θα ξανακάνει μόδα τα μιούζικαλ και θα την ξαναδείς αρκετές φορές. #Emma_Stone #FeelGood_Musical
Lion: Μπορείς να διαβάσεις το review μου, αλλά μέσα στις άκρες το θεωρώ ίσως το μοναδικό φετινό φιλμ που με έκανε να συγκινηθώ. Μια ιστορία που θα σε αφήσει συναισθηματικά δεμένο από την αρχή μέχρι το τέλος, με κέρδος το μήνυμα του “ποτέ μην τα παρατάς” για την προσωπική σου καθημερινή εμπειρία. #Η_καλύτερη_της_χρονιάς
The Red Turtle: Το Animation χωρίς λόγια του Michael Dudok de Wit που έχει πραγματικά τόσα να πει για την ζωή και τον θάνατο, μέσα από την αλληγορική ιστορία ενός ναυαγού. Μοναδικό σχέδιο και πανέμορφα χρώματα, σε ένα οπτικοασκουστικό παραμύθι! #Must_See
Don’t Breathe: Για την τόλμη του να μας προσφέρει ένα αξιοπρεπές θρίλερ, που τόσο λείπει από τους τόνους λάσπης που έχει δεχθεί το είδος λόγω των άπειρων b-movies που κυκλοφορούν. Διάβασε το review μου εδώ.
Arrival: Για την μουσικάρα του (ίσως το καλύτερο original score της χρονιάς) και οτιδήποτε έχει να κάνει με την γλωσσολογία στο σενάριο. Χρωστάει βεβαίως ένα μεγάλο συγγνώμη για όλους εμάς τους Sci-Fi οπαδούς που μπερδευτήκαμε στο promotion, αλλά του την χαρίζω ως το φετινό αουτσάιντερ.
Zootopia: Για τον φρέσκο πολυ-πολιτισμικό κόσμο που πρόσφερε (επιτέλους) η Disney σε εμάς και φυσικά στα παιδιά.
Εντάξει το ξέρω, είμαι απόλυτος και σε καμία περίπτωση δεν θέλω να γίνω μηδενιστής. Υπάρχει όμως κάποιος που πραγματικά πιστεύει πως δύο-τρεις καλές ταινίες μπορούν να σώσουν μια ολόκληρη σεζόν; Και κυρίως μήπως στεκόμαστε στα δέντρα, χάνοντας το δάσος το οποίο έχει ήδη αρχίσει να καίγεται;
Μια χρονιά δεν μπορεί να αξιολογηθεί -τουλάχιστον όχι με ασφάλεια – με βάση τις βαθμολογίες των κριτικών του κινηματογράφου, ούτε με reviews (τα οποία στο site που βρισκόμαστε τα θεωρούμε εργαλείο αξιολόγησης κι όχι ευαγγέλιο “κρίσης”), ούτε με βραβεία, προσέλευση κόσμου, κομμένα εισιτήρια και διαδικτυακά hypes / buzzes. Μπορεί όμως να αποτελέσει μονάδα αίσθησης στο μυαλό του καθενός από εμάς.
Η φετινή περίοδος των Blockbusters για παράδειγμα χτύπησε κόκκινο σε πωλήσεις εισιτηρίων (θα το δούμε παρακάτω), το ζητούμενο όμως είναι πώς έκρινε το κοινό το προϊόν που είδε. Χωρίς ίχνος φόβου χαρακτήρισε το αποτέλεσμα “πατάτα“, ή σάπια ντομάτα αν προτιμάτε βάσει πηγής.
Η προφανής ερώτηση είναι, γιατί το κοινό επιλέγει να παρακολουθήσει ταινίες που βγαίνουν με το τσουβάλι παρότι συνεχώς τις κατακρεουργεί με κριτήρια απόδοσης (και ποιότητας ίσως); Η απάντηση είναι εύκολη και συνοψίζεται στην καλλιέργεια μιας σποράς θεατών που επιζητούν (μόνο) την διασκεδαστική πλευρά του νομίσματος. Και πότε περνάς σίγουρα καλά; Προφανώς εκεί που αισθάνεσαι ασφαλής, εκεί που έχεις ξαναπεράσει καλά. Ναι, αλλά με την ίδια μασημένη τροφή;
Είμαι σίγουρος πως έχετε ξαναδιαβάσει για το “κακό” που προκαλεί στον κόσμο του σινεμά το ίντερνετ και περισσότερο η διαδικτυακή πειρατεία. Ακόμα κι ένα 5χρονο, μπορεί να βρει και να παρακολουθήσει με πρωτόγνωρη ευκολία μια ταινία στο ίντερνετ σε ποιότητα τρεις και τέσσερις φορές καλύτερη από αυτήν της ελεύθερης τηλεόρασης (4K ποιότητα έναντι HD του “κοινού” τηλεοπτικού frame).
Αλλά αυτός ο εχθρός αντίπαλος (όπως θέλει τον ονομάζει ο καθένας ανάλογα με την συνείδηση του), δεν είναι καινούριος και δεν εμφανίστηκε το… σωτήριον έτος 2016. Ίσα ίσα που η βιομηχανία του θεάματος έχει συμβιβαστεί με την ύπαρξη του και έχει καταφέρει σε διάφορες περιπτώσεις είτε να τον κερδίσει, είτε να βγάλει χρήματα μέσα από αυτόν.
Πρέπει όλοι να παραδεχθούμε ότι αρεσκόμαστε στην μασημένη τροφή. Γι’ αυτό και η μεγάλη μεταμόρφωση του κοινού από θεατή σε τηλε-θεατή. Ο νέος αντίπαλος του κινηματογράφου λέγεται “τηλεοπτική σειρά” και δεν αποτελεί ούτε αυτός κάτι καινούριο. Χρόνια τώρα (πάνω από μια δεκαετία) οι εταιρίες παραγωγής διαπίστωσαν πως μια τηλεοπτική σειρά φέρνει πιο εύκολα και προγραμματισμένα κέρδη, αντί μιας one-shot ταινίας. Απλά τώρα ο αντίπαλος μεγάλωσε και κοιτάει στα μάτια τον μεγάλο αδερφό.
Πόσες φορές άκουσες μέσα στο 2016 έναν συνάδελφο/φίλο σου να ενθουσιάζεται και να σου προτείνει μια καινούρια σειρά και πόσες μια καινούρια ταινία;
Είναι ομολογουμένως δύσκολο να παράγεις ένα δημιούργημα διάρκειας 90-130 λεπτών που θα προσδώσει στον θεατή το συναίσθημα της ολοκλήρωσης. Είναι (πλέον) σχεδόν ακατόρθωτο να δημιουργήσεις καινούριους χαρακτήρες με νόημα ύπαρξης και να τους προσθέσεις σε ένα περιβάλλον καταστάσεων που θα έχει κάποιο ενδιαφέρον. Κι αν πετύχει το… φαγητό, πώς θα βρεις το κίνητρο να δημιουργήσεις κάτι καινούριο και διαφορετικό από την αρχή; Γιατί να μην προσφέρεις το ίδιο ξανά και ξανά και μάλιστα με την μέθοδο του “τυράκι και τροχός κύλισης”, απλά βάζοντας αυτό το τηλε μπροστά από τον θεατή σου;
Κι αν αυτό δεν είναι δυνατό (λόγω χρημάτων και star-system), τότε μεταφέρουμε τον τηλεθεατή στο πλησιέστερο σινεμά για “επεισόδια ταινιών” που βγαίνουν σωρηδόν από φωτοτυπικό μηχάνημα. Σειρές ταινιών βασισμένες σε βιβλία, ταινίες βασισμένες σε κόμικς, ταινίες βασισμένες σε παιχνίδια και ποπ κουλτούρα. Για να μην γίνω γραφικός, δεν λέω πως αυτές είναι αχρείαστες, ίσα ίσα αποτελώ πιστό ακόλουθο της καθεμιάς. Μήπως όμως να ζητήσουμε (ξανά) περισσότερες ταινίες χωρίς “βάση”, χωρίς “πατιτούρα”, με λόγο ύπαρξης πλέον της μιας βραδιάς;
Η παγκόσμια αγορά κρίνει με βάση τα νούμερα. Οι αριθμοί άλλωστε λένε την αλήθεια, τουλάχιστον όποτε αυτή είναι διαχειρίσιμη…
Στο παρακάτω γράφημα βλέπουμε τα συνολικά κέρδη των ταινιών παγκοσμίως (κόκκινη γραμμή – Box Office) όπου φέτος άγγιξαν το περσινό ρεκόρ όλων των εποχών (μιλάμε για πάνω από 11 δις δολάρια). Τα κέρδη όμως προέρχονται από μικρότερη προσέλευση (μπλε γραμμή), καθώς το μέσο κόστος για την είσοδο σε αίθουσα έχει ξεπεράσει φέτος τα 8,73$ παγκοσμίως (διάβασε εδώ περισσότερα στον Guardian)
Τελικό Πρόσημο: Θετικό, η χρονιά πήγε καλά! Ναι αλλά συγγνώμη δεν είμαι μέτοχος εταιρίας παραγωγής ταινιών για να γελάσω γλαφυρά. Ένας θεατής είμαι που θέλω να βλέπω φιλμ που θα με κάνουν να σκεφτώ, να αλλάξω, να αναρωτηθώ και να προβληματιστώ (ενίοτε και να περάσω καλά φυσικά).
Γι’ αυτό και τα μεγάλα studios καταφεύγουν σε εύκολες και σίγουρες λύσεις, λες και πρόκειται να ποντάρουν λεφτά σε σίγουρα (ενίοτε “στημένα”) άλογα στον ιππόδρομο. Μα ποιος ζήτησε ποντάρισμα; Ποιος ζήτησε budget, εύπεπτα σενάρια, ίδιες δοκιμασμένες ερμηνείες και ένα σορό special effects; Μάλλον εμείς, με την στάση μας!
Η βιομηχανία του θεάματος βρίσκεται σε κρίση ταυτότητας, σε μια αλλαγή προτεραιοτήτων, βάζοντας στην άκρη το αρτιστικό του γίγνεσθαι, ακολουθώντας το γνωστό ρητό που αναφέρει συνήθως ο λαός μας “ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο… πισινός μας”. Μήπως όμως αυτή η αλλαγή δεν αποτελεί αποκλειστικότητα του συγκεκριμένου κλάδου; Μήπως η κοινωνία, παγκοσμίως πλέον, έχει αλλάξει τα κριτήρια της επιτυχίας και φόρεσε καινούρια γυαλιά στην κριτικής της ματιά;
Όλοι μας γίναμε θαυμαστές της διασκέδασης fast-food, κουραστήκαμε να αναζητούμε ταινίες με δυσκολοχώνευτο ή πρωτότυπο σενάριο, επιλέξαμε να κάτσουμε στο σαλόνι βλέποντας επεισόδια με αρχή και τέλος που βρίσκονται σε αόριστη χρονική ακολουθία, χωρίς να έχουμε την διάθεση να γνωρίσουμε καινούριους χαρακτήρες και κόσμους της “μιας φοράς” αλλά με εχέγγυα χρονικής αναφοράς (κάτι σαν τον έρωτα μιας εφηβείας)
Η κινηματογραφική χρονιά έχει καταντήσει να βασίζεται σε δύο βασικές περιόδους, αυτήν της καλοκαιρινής blockbuster περιόδου με αποκλειστικές αρπαχτές και pop corn movies και την λεγόμενη φεστιβαλική περίοδο, λίγο πριν τα ετήσια βραβεία (Φθινόπωρο-Χριστούγεννα). Το παράθυρο μικρό και η βιομηχανική ταμπέλα στα φιλμ ακόμα πιο εύκολη…
Δυστυχώς το κλασικό σινεμά έχει μπει σε τροχιά ελιτισμού, ένα είδος για ρομαντικούς θεατές που διψούν για κινηματογραφική εμπειρία και επισκέπτονται την σκοτεινή αίθουσα από ανάγκη (ίσως και συνήθεια). Κινδυνεύει να γίνει αντικείμενο χρήσης αποκλειστικά της κουλτούρας, είτε αυτή προέρχεται από το ένα άκρο της “ποπ κουλτούρας”, είτε από το απέναντι της “κουλτουροτέχνης”.
Ως άνθρωπος του σημείου που τέμνονται τα δύο παραπάνω άκρα, καλωσορίζω το 2017, ευχόμενος να φέρει καλύτερα, περισσότερα και σημαντικότερα φιλμ από αυτά που μας έφερε το ελλιπές ’16.
ΥΓ: Ευχαριστώ την Emma Stone για την παρουσία της στο άρθρο!