Ο Joe είναι ένας πρώην πεζοναύτης που αναλαμβάνει να σώσει κορίτσια που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικού εμπορίου και να τα επιστρέψει στις οικογένειές του. Έχοντας ο ίδιος πέσει σε ψυχικό τέλμα με διαρκείς τάσεις αυτοκτονίας, η αποστολή της διάσωσης της έφηβης κόρης του Γερουσιαστή Votto τον βοηθά να βγει από την άβυσσο που τον κατατρώει.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Η Lynne Ramsay, μετά από δύο σημαντικές νίκες στις Κάννες, έφερε τη νέα της ταινία στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Το «You Were Never Really Here» επιβεβαιώνει μετά το εξαιρετικό «We Need to Talk About Kevin», ότι η Ramsay είναι μια από τις ισχυρότερες γυναικείες φωνές στο παγκόσμιο σινεμά, ενώ έχει καταφέρει να εδραιώσει με επιτυχία το προσωπικό της στυλ. Εδώ η Ramsay, συναντά με τον δικό της τρόπο τον θρυλικό «Ταξιτζή» του Scorsese δίνοντας μια νέα διάσταση στο αγαπημένο θέμα του αμερικάνικου σινεμά της δεκαετίας του ’70: την άμετρη βία, τη διαφθορά και την ανεπίσημη επιβολή της τάξης.
Όπως παραδέχτηκε και η ίδια στο Q&A που ακολούθησε με το Αθηναϊκό κοινό, το πρώτο της μέλημα κάνοντας την ταινία, ήταν να μην προσπέσει στα στερεότυπα που διέπουν τέτοιους ρόλους. Δεν ήθελε ο Joe να μας θυμίσει τον Travis Bickle, ούτε κανέναν άλλον Σκορσεζικό ήρωα. Ακριβώς σε αυτό το σημείο είναι που εντοπίζεται και η μεγαλύτερη επιτυχία της: Ο Joe είναι ένας «larger than life» χαρακτήρας, είναι βετεράνος πολέμου, κακοποιούνταν από τον πατέρα του στα παιδικά του χρόνια- το οποίο έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας σχέσης εξάρτησης από τη μητέρα του- έχει τάσεις αυτοκτονίας και είναι σαν να έχει απογυμνωθεί από όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Τοποθετώντας λοιπόν αυτόν το χαρακτήρα στον κόσμο της εμπορίας λευκής σαρκός και ακόμα περισσότερο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης μικρών κοριτσιών, έχουμε ένα συγκλονιστικό, σκοτεινό θρίλερ που καθηλώνει κυριολεκτικά το θεατή και τον σπρώχνει με βίαιο τρόπο μέσα σε μια πολύ έντονη κινηματογραφική εμπειρία.
Όλα τα στοιχεία της ταινίας, η σκηνοθεσία, το εξαιρετικό sound design που συνοδεύεται από πολύ ενδιαφέρουσες μουσικές επιλογές και φυσικά η ερμηνεία του Joaquin Phoenix, που κόβει την ανάσα, συντελούν στη δημιουργία μιας αφόρητης και κλειστοφοβικής ατμόσφαιρας που πετυχαίνει να μας μεταδώσει όλα τα ερεθίσματα και τα συναισθήματα που θα μπορούσε να μας μεταδώσει μια τόσο έντονη ταινία. Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι (και αυτοί είναι και η βασική διαφορά της ταινίας από άλλες του είδους της) ότι μέσα στο διάχυτο σκοτάδι, στη βια και τη βρωμιά του κόσμου όπου η Ramsay τοποθετεί την ιστορία της, θριαμβεύει η ζωή και η αισιοδοξία. Μια αισιοδοξία σκληρή, όπως η σκηνή όπου ο Joe αποφασίζει, ενώ έχει φτάσει στον πάτο της λίμνης, να βγάλει τις πέτρες από τις τσέπες του γιατί συνειδητοποιεί ότι δεν έχει στερέψει από λόγους να ζει.
Η Ramsay υπογράφει μια πολύ δυνατή και σκληρή ταινία που μας συνεπαίρνει και μας μεταφέρει πλήρως στον κόσμο της. Είναι μια δύσκολη εμπειρία και δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο να ανακουφιστούμε παρά μόνο όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, όμως αυτή είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία της.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Συνήθως ξεκινάω αυτό το κομμάτι με τον σκηνοθέτη και το σεναριογράφο, αυτή τη φορά όμως, πρώτος θα αναφερθεί ο ηθοποιός. Ο Joaquin Phoenix είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός και δεν έχει απογοητεύσει ποτέ με καμία ερμηνεία του, όποτε ίσως δε θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι παραδίδει ξανά μια άρτια ερμηνεία. Η ερμηνεία που του κέρδισε το βραβείο στις Κάννες, είναι διαφορετική από αυτές που τον έχουμε δει ως τώρα. Είναι μια άκρως σωματική ερμηνεία καθώς παρακολουθούμε τον ηθοποιό να παραδίνεται στο ρόλο και να υποφέρει σχεδόν σωματικά, να βιώνει κάθε στιγμή της ταραγμένης ζωής του χαρακτήρα που υποδύεται. Ερμηνεύει με συγκινητική ειλικρίνεια το τραύμα του Joe (το οποίο αποδίδεται και αριστοτεχνικά από τη σκηνοθέτη) και ουσιαστικά «κουβαλάει» όλη την ταινία στους ώμους του, αφού όλοι οι υπόλοιποι ρόλοι, μοιάζουν απλά να περνάνε από την οθόνη υποστηρίζοντας την ερμηνεία του Phoenix.
Η Lynne Ramsay υπογράφει το συγκλονιστικό σενάριο που απέσπασε το αντίστοιχο βραβείο στις Κάννες. Οι διάλογοι στην ταινία είναι ελάχιστοι αλλά το μόνο μέρος στο οποίο το προσέχουμε αυτό είναι η εναρκτήρια σεκάνς, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν έχουμε ακόμα εξοικειωθεί με το ρυθμό της ταινίας. Στην πορεία η απουσία του διαλόγου όχι μόνο δε μας ενοχλεί, αλλά μας κάνει να συνειδητοποιούμε ότι ο διάλογος περιττεύει όταν όλα τα επιμέρους στοιχεία της ταινίας λένε τη δική τους ιστορία με έναν πιο άμεσο, πρωτόγονο και ευθύ τρόπο. Εδώ έρχεται και η σκηνοθεσία που είναι πραγματικά εξαιρετική. Η ταινία ξεκινά με έλλειψη εστίασης στα πρόσωπα, γεγονός που βάζει αμέσως τον θεατή σε ένα καθεστώς σύγχυσης και συνεχίζει με μια προτίμηση στα κλειστά κάδρα που δίνουν την απαραίτητη αίσθηση ότι δεν υπάρχει διέξοδος τόσο από το συναισθηματικό αδιέξοδο του πρωταγωνιστή, όσο και από την εφιαλτική περιπέτεια για την οποία ξεκινάει.
Αυτό όμως που κάνει την ταινία τόσο δυνατή είναι το τρομερό sound design που αναφέραμε και παραπάνω σε συνδυασμό με τη μουσική. Φυσικά η μουσική δεν μπορεί να σταθεί μόνη της, αλλά η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε στη διάρκεια της ταινίας ήταν συγκλονιστική και κρατούσε το θεατή σε εγρήγορση.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Το «You Were Never Really Here» είναι μια από τις ταινίες που πραγματικά δεν πρέπει να χάσετε. Αν είστε φαν της «χρυσής εποχής» του Scorsese σίγουρα θα το εκτιμήσετε ακόμα περισσότερο, όμως το θέμα της ταινίας είναι κλασικό και ο τρόπος που το διαχειρίζεται η Ramsay αριστοτεχνικός. Τέλος, δε θα διαφωνήσει κανείς στο ότι ο Joaquin Phoenix είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του και εδώ έχετε άλλη μια μοναδική εμπειρία να τον δείτε να ξετυλίγει το τεράστιο ταλέντο του.