Η άγρια συμμορία, όπως είναι στα Ελληνικά ο τίτλος της ταινίας του Sam Peckinpah σκιαγραφεί τις τελευταίες μέρες μίας ομάδας παράνομων στην Αμερική του 1913 ενώ μαίνεται ο Εμφύλιος πόλεμος. Οι πρώτες εικόνες του σκηνοθέτη δημιουργούν την βασική δομή μιας κλασσικής ταινίας western η οποία στα πρώτα δέκα λεπτά εξιστορεί την ιστορία μιας συμμορίας πού επιχειρεί να ληστέψει μία τράπεζα και αποτυγχάνει. Από την στιγμή της αποτυχίας αυτής αρχίζει να εξυφαίνεται το “κάδρο” μέσα στο οποίο θα κινηθούν οι ήρωες της ταινίας.
Ουσιαστικά, η ταινία αποτελεί μία εποποιία της Άγριας Δύσης για εννιά άντρες που “γράφουν” οι ίδιοι την τελευταία πράξη της ζωής τους και σηματοδοτούν το τέλος μιας “ρομαντικής” εποχής η οποία ολοκληρώνεται (κατά τον Sam Peckinpah) με το τελευταίο καρέ της ταινίας. Οι συμμορία, μέσα σε όλες αυτές τις αλλαγές που υφίσταται η Αμερικάνικη κοινωνία (σιδηρόδρομος, αυτοκίνητα) πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Η ταινία πραγματεύεται ακριβώς αυτή την άρνηση του ανθρώπου να αφομοιωθεί στις νέες νόρμες που το εκάστοτε κοινωνικό προστάζει.
Οι λιγοστές σκηνές μάχης -μόλις τρεις- στην ταινία δημιουργούν τον “χώρο” για να αναπτυχθούν οι χαρακτήρες, οι οποίοι αισθάνονται ξένοι μέσα σε ένα τοπίο που αλλάζει ριζικά. Θεωρούν πως ο χώρος που καταλαμβάνουν μέχρι εκείνη την στιγμή λιγοστεύει και αισθάνονται ξένοι μέσα σε έναν τόπο που τους “άνηκε” μέχρι πρότινος. Έτσι, ξεκινάνε ένα μοναχικό ταξίδι το οποίο ξέρουν από την πρώτη στιγμή πως θα είναι το τελευταίο τους.
Ο William Holden που είναι ο αρχηγός είναι ένας από τους τελευταίους άντρες της γενιάς του και καθοδηγεί με απόλυτη συνειδητότητα τους άντρες του σε μία διαδρομή θανάτου η οποία έχει χαρακτηριστικά Αρχαίας τραγωδίας. Είναι ο “πατέρας” τους και ξέρει τι είναι αυτό που πρέπει να κάνει. Από την αρχή ξέρουν που οδηγεί ο δρόμος που επέλεξαν. Δεν έχουν αυταπάτες μεγαλείου. Ξέρουν πως δεν είναι ήρωες και ότι το μόνο που έχουν είναι ο παλιός κώδικας τιμής που τόσα χρόνια ακολουθούν. Ξέρουν πως δεν θα πεθάνουν για κάποιο υψηλό ιδανικό.
Η σκηνοθεσία του Sam Peckinpah είναι υποδειγματικά λιτή, αφήνοντας μας να δούμε μέσα από την κλειδαρότρυπα τα υποκείμενα. Για τον σκηνοθέτη, οι χαρακτήρες μεταμορφώνονται καθ όλη την διάρκεια της ταινίας σε ιστορικά υποκείμενα τα οποία αφήνονται να οδηγηθούν στο τέλος μιας ολόκληρης εποχής χωρίς φωνές και υστερίες. Η τελική σκηνή μάχης είναι μία από τις πιο σκληρές και μεγαλειώδεις που έχουν γυριστεί στην Ιστορία του κινηματογράφου. Ο peckinpah δεν προκαλεί συγκινησιακά τον θεατή χωρίς λόγο. Οι ήρωες στην τελευταία τους “έξοδο” πρέπει να πάρουν θέση και να πεθάνουν. Δεν πεθαίνουν ηρωικά. Ο θάνατος τους είναι η μόνη διέξοδος και η μόνη τους επιλογή για να πεθάνουν αξιοπρεπείς. Και τελικά πεθαίνουν για τον εαυτό τους και μόνο. Εκεί στην φωτιά που σφυρηλατήθηκαν, σε εκείνη την ίδια φωτιά ολοκληρώνουν τον κύκλο τους. Και μαζί τους “πεθαίνει” και η Άγρια Δύση. Ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά.