Ένα κρυπτογραφημένο μήνυμα από το παρελθόν του James Bond, τον στέλνει σε μια διαδρομή για να αποκαλύψει μία σκοτεινή οργάνωση. Ενώ ο Μ δίνει μάχη με πολιτικές δυνάμεις για να κρατήσει την μυστική υπηρεσία ζωντανή, ο Bond ξετυλίγει τα στρώματα της εξαπάτησης για να αποκαλυφθεί η τρομερή αλήθεια πίσω από το Spectre.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Όλοι οι κύκλοι κάποτε κλείνουν, βάζοντας ένα τέλος στην ύπαρξή τους. Έτσι και η ευχάριστη είδηση που βγαίνει από τη σειρά ταινιών του διάσημου Βρετανού πράκτορα είναι η αποχώρηση του Daniel Craig από το προσωπείο του James Bond. Ναι καλά το καταλάβατε, είμαι και γω μέλος του γνωστού κλαμπ των haters του εν λόγω ηθοποιού, κυρίως για την επιλογή του ως 007.
Αν περιμένεις να δεις το Spectre για να αγαπήσεις τον πράκτορα της MI6, τότε πλανάσαι πλάνην οικτράν. Κι αυτό γιατί το δίωρο εγχείρημα της MGM, δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα advertorial movie με χυδαία τοποθέτηση προϊόντων (από ρολόγια μέχρι αυτοκίνητα), με κακογραμμένο προβλέψιμο σενάριο και φτηνούς διαλόγους.
Αξιολογώντας ένα οποιοδήποτε σενάριο ταινίας, περιμένεις μετά το πέρας αυτής να μπορείς να αξιολογήσεις τους χαρακτήρες της βάσει των πράξεων αλλά και των επιλογών τους. Το Spectre δυστυχώς παίρνει βαθμό κάτω από τη βάση στην ανάπτυξη χαρακτήρων, δημιουργώντας villains (κακούς) χωρίς ουσιαστικό παρελθόν, με επιλογές χωρίς αιτία και μια σεναριακή λογική που αρμόζει σε περιπέτεια κινουμένων σχεδίων στα μακρινά 90s. Συνεχής αμηχανία διαλόγων και μία αναζήτηση της ατάκας που καταλήγει σε ερμηνείες και σκηνές “τύπου καρικατούρας” (σύμφωνα με την σινεφίλ αργκό).
Το ερώτημα παραμένει άλυτο. Μπορεί ο James Bond να ξεπεράσει τα κλισέ των προηγούμενων δεκαετιών και να ζήσει επιτέλους στα κινηματογραφικά όρια του σήμερα;
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Από τις λίγες φορές όπου σε μία παραγωγή τέτοιου βεληνεκούς, δεν θα βρεις ούτε έναν διασωθέντα στα δύσβατα χωρικά της κινηματογραφικής ερμηνείας. Έχοντας υψηλές προσδοκίες από τους Christoph Waltz, Ralph Fiennes και Andrew Scott, μετά το πέρας παρακολούθησης του φιλμ, το μόνο που επιβεβαιώθηκε για άλλη μία φορά στα μάτια μου, ήταν η χαμηλή ερμηνευτική ικανότητα του πρωταγωνιστή, με τους προαναφερθέντες “κράχτες” να χάνουν πόντους ακόμα και στις ελάχιστες σκηνές παρουσίας τους.
Αν κάτι μπορούσε να σώσει το Spectre από την απόλυτη καταστροφή, αυτό ήταν η σκηνοθεσία του Sam Mendes (American Beauty, Road to Perdition), γεγονός που επιβεβαιώνεται. Ο Βρετανός σκηνοθέτης μας χάρισε 1-2 ενδιαφέροντα μονόπλανα, αρκετά πανοραμικά πλάνα (extreme long shots) που γεμίζουν το μάτι σου, σε μία προσπάθεια να σε κάνει να ξεχάσεις την αδιάφορη πλοκή σεναρίου. Δεν αγνοώ όμως την αποκλειστική του ευθύνη ως “director” στην διαχείριση του cast και των μέτριων (έως κακών) ερμηνειών (μόνη δικαιολογία οι κακογραμμένοι διάλογοι). Το μοντάζ είχε τον ίδιο ρυθμό με τις τελευταίες ταινίες Bond, θυμίζοντας περισσότερο κατασκοπευτικό δράμα παρά περιπέτεια (θα το αγαπήσουν οι λάτρεις του είδους), με εξαίρεση φυσικά τις απαραίτητες σκηνές καταδίωξης.
Εξαιρετική η μουσική επένδυση της ταινίας που έντυνε από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό του φιλμ, κρατώντας τον θεατή στην αύρα του θρύλου που έχει χτίσει το “Bond era”. Υπεύθυνος για αυτό ο Thomas Newman, με βραβευμένο δείγμα γραφής στα “The Shawshank Redemption”, “American Beauty”, “The Green Mile” κ.α.
Άξιο αναφοράς και αποθήκευσης στην μνήμη σου, το 3λεπτο αριστουργηματικό εισαγωγικό βίντεο (opening credits αγγλιστί) , φτιαγμένο σαν από τηλεοπτική σειρά του HBO, ως εναλλακτικό video clip του τραγουδιού Writing’s on the wall (επίσημο τραγούδι της ταινίας από τον Sam Smith).
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Το μόνο ουσιαστικό επιχείρημα που μπορώ να βρω για να σε πείσω να δεις τo 24ο Bond, είναι να το κάνεις επειδή έχεις δει όλες τις προηγούμενες και θεωρείς τον εαυτό σου fan της συγκεκριμένης σειράς.