Η ταινία ακολουθεί τα γεγονότα της βομβιστικής επίθεσης στο μαραθώνιο της Βοστώνης που έγινε το 2013. Μέσω βασικών προσώπων που συμμετείχαν στην υπόθεση, μας δείχνει την επιχείρηση που έλαβε χώρα για να ανακαλύψουν τους υπαίτιους.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Ο τίτλος της ταινίας σε συνδυασμό με το όνομα του Peter Berg στην καρέκλα του σκηνοθέτη, κατόχου βεβαρημένου παρελθόντος λόγω «Lone Survivor», σε προϊδεάζει για μία ταινία με έντονο πατριωτικό και προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Η ταινία αποδίδει την ροή των εξελίξεων με αποτελεσματικό τρόπο και προσπαθεί να σε τοποθετήσει μέσα στα γεγονότα τόσο από την πλευρά των θυμάτων του τρομοκρατικού χτυπήματος, όσο και μέσα από τα άτομα που έδρασαν για την εξιχνίαση της υπόθεσης και την καταδίωξη των βομβιστών. Αυτό το πετυχαίνει εν μέρει, καθώς και στις δύο περιπτώσεις βλέπουμε μία επιφανειακή πλαισίωση των χαρακτήρων και των ιστοριών τους, ίσα ίσα για να κάνει αισθητή την ύπαρξή τους αφού κύριο μέλημά της είναι, όπως φαίνεται, το στόρυ της καταδίωξης των εκφραστών του “μίσους” μουσουλμάνων από τους εκφραστές της “αγάπης” και πατριώτες Αμερικανούς. Κάποιες από τις ατάκες είναι ιδιαίτερα εριστικές και κατά την γνώμη μου, επικίνδυνες ιδιαίτερα τώρα που το θέμα των εξτρεμιστών μουσουλμάνων-τζιχατιστών έχει πάρει την τεράστια αυτή έκταση και ο ρατσισμός κατά των μουσουλμάνων γενικότερα αυξάνεται ραγδαία.
Η επιλογή της τόσο ευαίσθητης για τον λαό της Αμερικής ιστορίας αλλά και για όλων τον κόσμο, καθώς ήταν ένα από τα πρώτα τρομοκρατικά χτυπήματα των οπαδών του Τζιχάντ με την μεθοδολογία που αργότερα θα καθιέρωναν, ευνοεί προφανέστατα τον σκηνοθέτη που εύλογα μέσω αυτής θα προσπαθήσει να τραβήξει συναίσθημα από τον θεατή για να καλύψει αρκετά δομικά λάθη του και θα καταφέρει να καλύψει και ένα μικρό μέρος στο χτίσιμο των χαρακτήρων, στο οποίο αποτυγχάνει να μας κάνει να δεθούμε με κάποιον ιδιαίτερα. Οι γρήγορες εναλλαγές των σκηνών συμβάλλουν επίσης αρνητικά και μέχρι κάποιο σημείο ο θεατής απορεί για την συμβολή μερικών χαρακτήρων στην υπόθεση που αργότερα όμως την κατανοεί, χωρίς βέβαια να του προκαλεί αυτό κάποια ικανοποίηση. Παρά τα αρνητικά όμως υπάρχουν και κάποια θετικά, όπως η πολύ καλή εξιστόρηση των γεγονότων, δηλαδή ο Berg καταφέρνει να σε “ξεναγήσει” με επιτυχία στο πώς εξελίχθηκε η υπόθεση, προσθέτοντας βέβαια και τις δικές του σάλτσες, αλλά αποδίδει και κάποιες καλά γυρισμένες σκηνές δράσης που βελτιώνουν λίγο το γενικότερο κλίμα της ταινίας.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Στο τεχνικό κομμάτι, όπως προαναφέρθηκε ο Berg επιλέγει μία γρήγορη ροή, με γρήγορη εναλλαγή σκηνών και δίνει μία ντοκιμαντερίστικη χροιά, όπως συνηθίζεται στις ταινίες αυτού του περιεχομένου, καθώς έχει κάνει χρήση πραγματικών πλάνων από το συμβάν παράλληλα με τα δικά του. Στο κομμάτι του σεναρίου δεν παρατηρεί κανείς κάτι το ιδιαίτερο ακόμη και σε σκηνές που θα μπορούσαν να υπάρξουν ενδιαφέρουσες ατάκες όπως την σκηνή της ανάκρισης της Melissa Benoist.
Παρ’ όλα αυτά δίνεται ιδιαίτερη βάση σε ατάκες πατριωτικού χαρακτήρα που καταλήγουν μέχρι και στην απαίτηση από τον υπόλοιπο κόσμο να τους σώσει η Αμερική, σε μία από τις σκηνές καταδίωξης. Αυτή αλλά και άλλες ατάκες τέτοιου είδους εκτός από επικίνδυνες καταλήγουν και αποκρουστικές. Τέλος όσον αφορά το υποκριτικό τομέα, δεν παρατηρείται κάποια δυναμική προσπάθεια για καλή ερμηνεία ούτε από ονόματα όπως ο Bacon, ο Wahlberg και ο Goodman με μικρή εξαίρεση τον J.K.Simmons που εκμεταλλεύεται τον χρόνο που του δίνεται και κάνει μία σημαντική προσπάθεια.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Αν ο θεατής καταφέρει να ξεπεράσει το πρόβλημα της προπαγάνδας θα παρακολουθήσει μία ταινία που αφηγείται καλά το στόρυ της, έχει πειστικές σκηνές δράσης αλλά στερείται σε ανάπτυξη και βάθος χαρακτήρων. Η θέαση της θα προσφέρει αρκετές πληροφορίες για τα γεγονότα και ικανοποιητική διασκέδαση αλλά απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε αρκετά εσφαλμένα συμπεράσματα τους μικρούς και τους μικρόμυαλους.