Μία πλούσια ιδιοκτήτρια γκαλερί, δέχεται ένα δώρο από τον πρώην άντρα της. Είναι μία νουβέλα με δραματική ιστορία. Η ιστορία αυτή την καταδιώκει, μιας και τα γεγονότα αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα.
Edward Sheffield: When you love someone you have to be careful with it, you might never get it again.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Βασισμένο στο βιβλίο του Austin Wright με τίτλο “Tony and Susan”, το οποίο έγινε εμπορική επιτυχία εν έτη 1993. “Nocturnal Animals” είναι ο τίτλος που έδωσε ο Tony στο βιβλίο που έστειλε και αφιέρωσε στη Susan. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.
Η Susan έχει όλο το πακέτο: Χρήμα, φήμη, την δουλειά των ονείρων της και έναν όμορφο και επιτυχημένο σύζυγο. Πίσω όμως, από το προσωπείο της επιτυχίας, η Susan είναι μία εσωστρεφής και χαμηλών τόνων γυναίκα που κατακλύζεται από δυστυχία. Είναι η κλασική φοβισμένη γυναίκα, που έχει μετανιώσει κάθε επιλογή της ζωής της, θύμα αποτυχημένου γάμου και ένοχη για τη διάλυση του πρώτου της γάμου με τον Tony.
Από την άλλη ο Tony, ένας συγγραφέας που προσπαθεί να φτάσει ψηλά. Η αυστηρή κρίση της Susan τον οδηγεί στην έλλειψη αυτοσεβασμού και έμπνευσης. Ο χωρισμός τους όμως θα τον φέρει στη κατάλληλη ψυχολογική κατάσταση, καταλήγοντας στο “Nocturnal Animals” που είναι πραγματικά καλό. Το αφιερώνει και το στέλνει στη Susan, η οποία χάνεται μέσα στις σελίδες, και στις σκέψεις της.
Η ταινία μας βάζει από τις πρώτες σκηνές (με εξαίρεση τους τίτλους αρχής), σε ένα μοτίβο τριπλής πληροφόρησης και παραλληλισμού ιστοριών. Το κοινό παρακολουθεί την ιστορία της Susan στο παρόν, στο παρελθόν καθώς και την ιστορία του βιβλίου. Και οι τρεις ιστορίες όμως, ακολουθούν τη οπτική πλευρά της Susan με απώτερο σκοπό την ταύτιση του κοινού μαζί της. Δεν το νιώσαμε.
Κάθε συγγραφέας γράφει για τον εαυτό του. Που σημαίνει ότι βγάζει τον εσωτερικό του κόσμο και τους φόβους του προς τα έξω. Χρησιμοποιεί αυτά τα όπλα για να πει μια δραματική ιστορία. Έτσι και ο Tony, γράφει για ένα άνθρωπο που έχασε ότι πιο σημαντικό είχε στη ζωή του με την λύτρωση να έρχεται πολύ αργά και με ισχυρό τίμημα.
Το ταξίδι της Susan προς την νέα ζωή, που πιστεύει ότι θα της φέρουν την ευτυχία και την μετάνοια φτάνει στο τέλος του, βάζοντας το κοινό να κοιτά συνοφρυωμένα την οθόνη προσπαθώντας να νιώσει αυτό που θέλει να πει ο ποιητής.
Οφείλω να πω πως, η ταινία με έβαλε σε σκέψεις όχι αναζήτησης συναισθηματικών αξιών αλλά καθαρά για το νόημα της. Τελικά στην 2η προβολή της (ναι είμαι τόσο πεισματάρης), κατάλαβα την αξία των αρκετών μηνυμάτων που περνάνε μέσα στις ιστορίες, τους παραλληλισμούς καθώς και το τέλος της ταινίας, που ισορροπεί ανάμεσα στο παιδιάρισμα και το ηθικό δίδαγμα.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η μετατροπή της νουβέλας σε μορφή screenplay έγινε από τον Tom Ford (A Single Man), που υπογράφει και την σκηνοθεσία, με το Nocturnal Animals να είναι μόλις η 2η του ταινία. Όταν το διάβασα αυτό εξεπλάγην ευχάριστα μπορώ να πω, διότι η δουλειά του αγγίζει το επαγγελματικό επίπεδο σε πολλά σημεία.
Η μετριότητα στα πλάνα ίσως ήρθε εσκεμμένα, μιας και δεν ήθελε να δώσει ιδιαίτερη βάση εκεί, αλλά στην εξιστόρηση των γεγονότων. Ο ρυθμός του σχετικά αργός, αλλά ταιριάζει στην εν λόγω ταινία. Αυτό που πραγματικά αξίζει όμως είναι το μονταζ. Οι σκηνές κουμπώνουν με απίστευτο τρόπο, ακόμη και αν προέρχονται από διαφορετικές ιστορίες. Το κοινό δε χάνεται ούτε λεπτό, και ξέρει με ευκολία και έξυπνα tricks από τα πρώτα δευτερόλεπτα ποια ιστορία παρακολουθεί. Τα μηνύματα περνάνε από μπροστά μας, κάποια με κραυγαλέα μορφή άλλα πάλι, όχι τόσο. Γενικά πρόκειται για μια ώριμη σκηνοθεσία, by the book και χωρίς υπερβολές.
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους έχουμε την Amy Adams (Arrival) που δίνει μια συνηθισμένη ερμηνεία. Προφανώς ο ρόλος της πηγαίνει, μιας και έχει την ανέκφραστη μορφή ενός Matrix Agent. Ο Jake Gyllenhaal (Southpaw), αρκετά καλύτερος ειδικά υποδυόμενος τον χαρακτήρα του βιβλίου. Ο Michael Shannon (Batman V Superman) στον κλασικό ρόλο του μπάτσου με μία υποψηφιότητα για Oscar στο Best Performance by an Actor in a Supporting Role. Εκεί όμως που στεκόμαστε είναι στον Aaron Taylor-Johnson (Avengers: Age of Ultron) ο οποίος καταφέρνει να σου γίνει αντιπαθής από το πρώτο πλάνο του. Επομένως, επάξια κατάκτησε τη Χρυσή Σφαίρα στο Best Performance by an Actor in a Supporting Role in a Motion Picture.
Γενικά έχουμε ένα δυνατό cast, με αρκετά καλές ερμηνείες δίχως άβολες στιγμές.
Τέλος η μουσική έντυσε όμορφα τις σκηνές, χωρίς όμως να σου μείνει.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Η ταινία θεωρείται μία από τις καλύτερες της χρονιάς, δεν ξέρω τον λόγο. Σίγουρα σε βάζει σε σκέψεις για να καθίσεις μετά με την ησυχία σου και να ερμηνεύσεις κάθε σκηνή που πέρασε. Ειδικά το τέλος. Θα γεμίσεις με αρνητικά συναισθήματα, αδικίας, θυμού, αγανάκτησης.
Μιλάμε πάντως για δουλειά επιπέδου, με τις σεκάνς να διαδέχονται αξιόλογα η μία την άλλη και ένα καλό cast, χωρίς όμως η σκοτεινή αίθουσα να προσφέρει κάτι παραπάνω.