“Mirror, mirror, on the wall, who is the fairest of them all?”
Η Φρέια, ύστερα από το χαμό της κόρης της, ανακαλύπτει την εσωτερική της δύναμη και απομονώνεται για να δημιουργήσει το δικό της Βασίλειο του Πάγου. Ανάμεσα στο προσωπικό στρατό “κυνηγών” που εκπαιδεύει για να κατακτήσει ολόκληρο το Βορρά ξεχωρίζουν οι προσωπικότητες του Έρικ και της Σάρα. Κι ενώ η Φρέια καταφέρνει να καταστρέψει τη σχέση που έχουν μεταξύ τους, ο μαγικός καθρέφτης στον οποίο έχει εγκλωβιστεί το πνεύμα της κακιάς αδερφής της, Ραβέννα, χάνεται και η μαγεία της κινδυνεύει να ξαναελευθερωθεί. Θα καταφέρουν οι δύο “κυνηγοί” να συγχωρήσουν και να αναγεννήσουν τα συναισθήματά τους; Και τελικά η Ραβέννα είναι πράγματι ο μόνος κίνδυνος που τους απειλεί;
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
To begin with, η ταινία αποτελεί sequel της αμφιλεγόμενης διασκευής του παραμυθιού της Χιονάτης που προβλήθηκε το 2012 με τίτλο Snow White and the Huntsman. Η ταινία ξεκινά θέλοντας να κάνει εμφανή τη σύνδεση αυτή, λίγο άτσαλα θα έλεγα, προβάλλοντας flash back από τη πρώτη που ωστόσο δεν μας ξεκαθαρίζουν και πολύ ούτε το χρονικό σημείο της ιστορίας ούτε το γιατί βγήκε τελικά αυτή η δεύτερη ταινία σαν συνέχεια. Το γεγονός για παράδειγμα ότι η ύπαρξη μιας αδερφής εν ονόματι Φρέια δεν αναφέρεται πουθενά στη πρώτη διασκευή αποτελεί μεγάλο σεναριακό κενό. Η Theron ως μοχθηρή βασίλισσα και ο Hemsworth στο ρόλο του κυνηγού είναι οι μόνοι συνδετικοί κρίκοι. Με λίγα λόγια η ταινία τραβήχτηκε από τα μαλλιά για να έχει και συνέχεια αλλά anyway…
Το στοιχείο παραμυθιού είναι εμφανές σε όλο το φιλμ. Κακιά βασίλισσα, υπερφυσικές δυνάμεις, μαγικός καθρέφτης, μενταγιόν ως ένδειξη αιώνιας αγάπης και νάνοι στο ρόλο του βοηθού – συντρόφου. Το καλό μετατρέπεται σε κακό και το αντίστροφο. Η ταινία έμεινε πιστή σε αυτό το κομμάτι και εκτίμησα ιδιαίτερα το γεγονός ότι περιλάμβανε και αναπάντεχα σκληρές εικόνες, ακολουθώντας το πρότυπο των αρχέγονων παραμυθιών και του brutal τρόπου γραφής των πατέρων της παραμυθιακής αφήγησης, Grimm και Perrault των οποίων το κοινό δεν ήταν σε καμία περίπτωση τα παιδιά.
Από την άλλη, το σενάριο ήταν άκρως αναμενόμενο και οποιαδήποτε ανατροπή εύκολα προβλεπόμενη. Όσο κι αν έχτιζε την αγωνία σου με μικρές σεναριακές ανατροπές, η απάντηση και η λύση ερχόταν πολύ σύντομα χρονικά και δεν χρειαζόταν να πονοκεφαλιάσεις και πολύ για να δεις πίσω από τις λέξεις. Το κακό νικιέται παρά τις δυσκολίες από τη δύναμη της αγάπης και “ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”. Όσο κι αν είναι αυτό που περιμένεις από ένα παραμύθι όλο και αναζητάς λίγη πρωτοτυπία. Όπως και να χει η ταινία δεν σου έδωσε τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο από αυτά που σου υποσχέθηκε. Δεν πήγαινες να ζήσεις και την καλύτερη κινηματογραφική σου εμπειρία για το 2016 βρε αδερφέ!
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η επιλογή της ταινίας να κινηθεί γύρω από 4 πρωταγωνιστές ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και η διανομή του χρόνου και της σεναριακής βαρύτητας ισορροπημένη. (Thank God η Kristen Stewart λείπει από το cast της δεύτερης ταινίας!)
Η Charlize Theron αν και απούσα στο κεντρικό, βασικό κομμάτι της ιστορίας ανοίγει και κλείνει το όλο σκηνικό προσωποποιώντας το δόλο και την απόλυτη κακία. Κι εκεί που αναρωτιέσαι γιατί βρε Charlize μετά το Mad Max αυτό; η ίδια σου αποδεικνύει ότι μπορεί να απογειώσει και ένα φαινομενικά μέτριο ρόλο. Με ένα πρόσωπο αγγελικό καταφέρνει να αποδώσει στο έπακρο ένα ρόλο διαβολικό. Η μοχθηρότητά της δεν επηρεάζεται ούτε από ερωτική αλλά ούτε και από αδερφική αγάπη.
Από την άλλη, η Emily Blunt (Sicario, Τhe adjustment bureau) στο ρόλο της Φρέια είναι απόλυτα προφανές ότι είναι κακιά λόγω των γεγονότων και όχι από επιλογή. Οι πράξεις της αντιπροσωπεύουν την πονεμένη και αδυσώπητη Βασίλισσα του Πάγου, αλλά οι εκφράσεις της αντικατοπτρίζουν την αγνότητα που συνεχίζει να υπάρχει πίσω από αυτό το προσωπείο. Η ηθοποιός μένει πιστή στην αμφιταλάντευση αυτή σε όλη τη διάρκεια του έργου.
Ο Chris Hemsworth γλυκανάλατος όπως θα τον περίμενε κανείς να είναι. Βρίσκεται εκεί για να προσελκύσει και το γυναικείο κοινό αλλά περνά απαρατήρητος. Στη προηγούμενη διασκευή παρουσιαζόταν πολύ πιο ενεργός, εύστροφος και έχοντας τη κατάσταση στα χέρια του. Η δεύτερη ταινία είναι όπως και να το κάνουμε γυναικεία υπόθεση.
Τέλος, η Jessica Chastain (The Martian, Zero Dark Thirty) καταφέρνει να βγάλει ένα πολύπλευρο χαρακτήρα. Δυναμική αλλά και εύθραυστη, σκληρή αν και ερωτευμένη και κυρίως ικανή και γενναία αν και φοβισμένη. Δεν είναι τυχαίο που η καριέρα της έχει απογειωθεί τα τελευταία χρόνια! (Ας μη κάνουμε την αναπόφευκτη σύγκριση ανάμεσα σε αυτή και την Stewart ως “ζευγάρι” του Hemsworth γιατί η απάντηση είναι προφανής.)
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Τέσσερις “in” παρουσίες του Hollywood, ένα παραμύθι με όλα τα κλασικά συστατικά και πολύ δόση από “η αγάπη νικά τα πάντα” καταστάσεις. Γιατι όχι;