Η ταινία ακολουθεί την ιστορία της δεκαπεντάχρονης Lara, η οποία είναι μία κοπέλα γεννημένη στο σώμα ενός αγοριού, μέσα στο οποίο αισθάνεται εγκλωβισμένη. Το όνειρο της είναι να γίνει μπαλαρίνα και θα κάνει οτιδήποτε για να το πετύχει αυτό.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Μία ταινία που έκανε αισθητή την παρουσία της στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, όντας η ευχάριστη έκπληξη του, με τον πρωταγωνιστή της μάλιστα να κερδίζει και το βραβείο καλύτερης ερμηνείας.
Το περιεχόμενο της ταινίας είναι εμπνευσμένο από αληθινή ιστορία από ένα άρθρο που είχε διαβάσει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της Lukas Dhont, το σχετικά μακρινό 2009. Ο τρόπος που μεταφέρεται από τον δημιουργό στην μεγάλη οθόνη ένα τόσο ευαίσθητο θέμα είναι ο κατάλληλος για να κατανοήσουμε την διαφορετικότητα. Τι βιώνει ένα άτομο που το εγώ του δεν συμβαδίζει με το σώμα του, που το εσωτερικό του διαφέρει από το εξωτερικό και πως αισθάνεται γι’ αυτό; Το οικογενειακό περιβάλλον της δείχνει να είναι ενθαρρυντικό όπως και οι γιατροί που συμβουλεύεται για να πετύχει την ανάγκη της για αλλαγή του σώματος της, παρ’ όλα αυτά κανείς δεν απαλύνει την μοναξιά της και την ανυπομονησία να διώξει το “ξένο” από πάνω της. Όλα αυτά σε συνδυασμό με το όνειρο της να γίνει μπαλαρίνα, το οποίο και αυτό παρεμποδίζεται από το σώμα της. Έτσι, στην διάρκεια της ταινίας παρακολουθούμε μία πραγματική μάχη με τον εαυτό της και με τα όρια της.
Η ταινία δεν γίνεται καν διδακτική και καταφέρνει να διδάξει αρκετά, δεν περιέχει κάποιες έντονα ρατσιστικά σκηνές, που συνήθως χρησιμοποιούνται σε αυτές της ταινίες για να ευαισθητοποιήσουν και όμως καταφέρνει να συγκινήσει, παραδίδοντας απλώς τον ψυχισμό ενός ατόμου με τέτοιους προβληματισμούς. Όλα αυτά χάρη στους υποδειγματικούς χειρισμούς του δημιουργού που αποδίδουν ένα συνολικά πολύ καλό αποτέλεσμα.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Στο τεχνικό κομμάτι, ο “πρωτοεμφανιζόμενος” σε ταινία μεγάλου μήκους Luka Dhont καλύπτει την εξέλιξη της ιστορίας του με έναν αργό ρυθμό που δίνει θέση στους διαλόγους και στις δράσεις του πρωταγωνιστή πράγμα που βοηθάει αρκετά στο να τον γνωρίσουμε καλύτερα. Εστιάζει στον βασικό μας χαρακτήρα και στην αλληλεπίδραση με τον περίγυρo του και κάθε άτομο που τον αποτελεί ξεχωριστά, αφιερώνοντας αρκετό χρόνο σε αυτό. Επιπλέον, στις σκηνές που περιέχουν μπαλέτο βλέπουμε μία επιρροή από τον Aronofsky στο Black Swan, με την κάμερα σε κίνηση να ακολουθεί τις κινήσεις του πρωταγωνιστή, εστιάζοντας όμως στο πρόσωπο και τις εκφράσεις του και όχι τόσο καθαρά στις συνολικές χορευτικές κινήσεις του.
Όσον αφορά το σενάριο, όπως προαναφέρθηκε, κινείται έξυπνα δίνοντας μας την γεύση που χρειαζόμαστε για να “εγκλωβιστούμε” στα πράγματα που αισθάνεται η Lara, χωρίς να ακολουθεί την πεπατημένη. Μόνο προς το τέλος η ταινία παίρνει ένα πιο σκληρό ύφος, ακριβώς την στιγμή που χρειάζεται για να σε καθηλώσει. Στο ερμηνευτικό κομμάτι, έχουμε στον πρωταγωνιστικό ρόλο τον Victor Polster, ο οποίος ήδη στο ντεμπούτο του σαν ηθοποιός σε ταινία ‘’κλέβει’’ την παράσταση με μία ερμηνεία που στιγματίζει τον θεατή και συμβάλλει σημαντικά στα συναισθήματα που του προκαλούνται.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Επομένως, το Girl είναι μία ταινία που ενώ αποτελείται από άτομα πολύ νέα στον χώρο πετυχαίνει ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Το story της ταινίας είναι άκρως ενδιαφέρον και παρά τον αργό σχετικά ρυθμό αφήγησης που επιλέγει ο Luka Dhot δεν αποσπάται εύκολα ο θεατής από αυτό. Ο τρόπος που παρουσιάζονται οι προβληματισμοί της Lara και ο ψυχισμός της κάνουν τον θεατή να προβληματίζεται και να αντιλαμβάνεται την θέση της, χωρίς να υπάρξει, όπως προαναφέρθηκε, κάποια έντονα ρατσιστική σκηνή που θα τον κάνει να νιώσει λύπηση για το άτομο αυτό, παρά μόνο κάποιες πολύ ελαφριές σκηνές. Ο σκοπός της ταινίας επιτυγχάνεται και δίνει μία αρκετά προσεγμένη προσέγγιση στην διαφορετικότητα αλλά και εστιάζει στην γενικότερη μάχη που βιώνουμε όλοι με τα όρια και το εγώ μας για να επιτύχουμε τους στόχους μας. Τέλος, αξίζει η θέαση της και για την εξαιρετική ερμηνεία του νεαρού Victor Polster.