Δύο χρόνια έχουν περάσει από τον απροσδόκητο θάνατο της συζύγου του, και ο Γιουσούκε Καφούκου, αναγνωρισμένος θεατρικός ηθοποιός και σκηνοθέτης, λαμβάνει την πρόταση να σκηνοθετήσει τον Θείο Βάνια για ένα φεστιβάλ της Χιροσίμα. Εκεί θα γνωρίσει τη Μισάκι, μια λιγομίλητη νεαρή που της έχει ανατεθεί από τους διοργανωτές να οδηγεί ως σοφέρ το αγαπημένο του αυτοκίνητο, ένα Saab 900. Καθώς η ημέρα της πρεμιέρας πλησιάζει, οι εντάσεις ανάμεσα στον θίασο ολοένα και οξύνονται, και ειδικά αυτές ανάμεσα στον Γιουσούκε και τον Κότζι, έναν όμορφο τηλεοπτικό αστέρα που όμως συνδέεται επίσης αρνητικά με την εκλιπούσα σύζυγο του σκηνοθέτη. Εξαναγκασμένος να αντιμετωπίσει αλήθειες από το παρελθόν που πονάνε, ο Γιουσούκε ξεκινάει, με τη βοήθεια της σοφέρ του, να αναζητεί εκείνα τα μυστικά που άφησε πίσω του η γυναίκα του και ακόμα τον στοιχειώνουν.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
“Drive my car”, οδηγώ το αμάξι μου ή οδήγα το αμάξι μου; Μια φράση εμπιστοσύνης και η θέληση για νέα ζωή μέσα σε τέσσερις λέξεις. Το “Drive my car” Ιαπωνική ταινία του 2021 πραγματεύεται την αδυναμία μπροστά στην απώλεια σε σημείο να μην ζεις. Χαμηλόφωνη στο ύφος της αλλά φωνακλάδικη στα πολλά και διαφορετικά συναισθήματα που σου προκαλεί, αποτελεί ένα road movie που θα σου ξυπνήσει υπαρξιακά ερωτήματα δυνατότερα απ’ ότι περίμενες, μιας και στο επίκεντρο αρχικά υπάρχει ένα ζευγάρι, σκηνοθέτης και ηθοποιός ο ένας, σεναριογράφος η άλλη, ένα άκρως καλλιτεχνικό ζευγάρι το οποίο μετά το θάνατο της κόρης τους, δεν ξανάσμιξε ποτέ πραγματικά, πάντα υπήρχε αυτό το γεγονός σαν σύννεφο πάνω απ’ το κρεβάτι τους. Όταν η γυναίκα πεθαίνει τότε θα πέσουν οι τίτλοι αρχής, τότε καταλαβαίνουμε που το πάει η ταινία. Εισχωρούμε στην ψυχή του Kafuku, είμαστε τα μάτια του, μαζί θα περάσουμε όλες τις δοκιμασίες ώστε να αποδεχθεί το χαμό της γυναίκας του και να προχωρήσει παρακάτω.
Απ’ το φιλμ παρελάσουν πολλές αναφορές από σημαντικά έργα, λίγο μεταφήγηση με αυτά, από το ” Μια γυναίκα εξομολογείται” του Κασσαβέτη, το περιμένοντας τον Γκοντό του Σάμιουελ Μπέκετ, μέχρι βέβαια την απόλυτη ταύτιση με τον χαμένο και γερασμένο ήρωα του “Θείος Βάνυα” του Αντον Τσεχωφ. Ο δικός μας ήρωας βέβαια, δεν είναι γερασμένος, απλά νιώθει απογοητευμένος απ’ τη ζωή του, λέει ότι η ζωή του φέρθηκε άσχημα, όμως μέσα από γνωριμίες με ανθρώπους που ξεπέρασαν ανάλογα προβλήματα θα καταλάβει ότι ποτέ δεν κοίταξε μέσα του, να δει πρώτα τα δικά του λάθη και ύστερα των άλλων. Η οδηγός του, η μεγαλύτερη βοήθεια του, του δίνει μια μεταφορική και γλυκιά μπουνιά γεμάτη εμπιστοσύνη, ζεστασιά και ηρεμία, έτσι ώστε να δει ξανά τη ζωή με θετικό πρόσημο (Η πιο σημαντική ατάκα της ταινίας, ” για να καταλάβεις καλά έναν άνθρωπο, δεν έχεις παρά να κοιτάξεις στην ψυχή σου).
Το φιλμ ισορροπεί αψεγάδιαστα τη μελαγχολία της δραματικής εξέλιξης με την αισιοδοξία και το νόημα της ζωής, έτσι διαμορφώνει μια ελεγεία πάνω στην αξία της ύπαρξης και την ομορφιά της συντροφικότητας.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Στην σκηνοθετική καρέκλα κάθεται ο Ryusuke Hamaguchi, ο οποίος κατασκευάζει μια απόλυτα προσωπική ταινία, έχει βάλει πεντακάθαρα μέσα την ψυχή του, και το ταλέντο του, ώστε να βγάλει το άρτιο αυτό αποτέλεσμα που είδαμε στην οθόνη. Κινηματογραφεί με μεγάλη ζεστασιά και το σενάριο του φαντάζει υποδειγματικό, μέσα σε τρεις σχεδόν ώρες παρουσιάζει ένα δομικά και δραματουργικά αψεγάδιαστο ταξίδι χαρακτήρα απ’ την απελπισία, στην αποδοχή και τη θέληση.
Ο Hidetoshi Nishijima στον πρωταγωνιστικό ρόλο κρέμεται απ’ τα ψυχολογικά βάσανα που του έχει φορτώσει η γυναίκα του, παίζει εξαιρετικά την αλλαγή, προσγειωμένος με λίγα αλλά εντυπωσιακά ξεσπάσματα.
Σε ένα στοιχείο που οι δραματικές αμερικάνικες ταινίες δεν δίνουν μεγάλο βάρος είναι το οπτικό, το “Drive my car” τα προσέχει όλα, ο φωτογράφος Hidetoshi Shinomiya ζωγραφίζει στα πρόσωπα τη θλίψη και τη χαρά, στα τοπία την χαμένη αστική ομορφιά της Χιροσίμα και στα υπαίθρια χρησιμοποιεί την βροχή και το χιόνι σαν την ένταση που ανεβαίνει μέχρι να έρθει η κατάρρευση και στο τέλος ο αποχαιρετισμός στην παλιά ζωή.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Τι να πω γι’ αυτή την ταινία, Αριστούργημα, σίγουρα οι τρεις ώρες ίσως αποτρέψουν κάποιον να τη δει, όμως η σπιντάτη σκηνοθεσία και η εξαιρετική θεματική για το θάνατο και την παραδοχή του υφαίνουν ένα νήμα που τελειώνει κάπου μέσα στην καρδιά όλων μας. Για μια ακόμη φορά οι Ασιάτες πετυχαίνουν περισσότερο απ’ τους Αμερικάνους, καθώς έχουν μεγάλο ταλέντο στο να δένουν αρμονικά τoν λυρισμό με το ρεαλισμό.