Τρεις νεαροί διασκεδάζουν με το να εισβάλουν στα γειτονικά τους σπίτια, μια κι ο Alex έχει κλέψει από τον πατέρα του, υπάλληλο στην εταιρία σεκιούριτι της περιοχής, τους κωδικούς των συναγερμών. Τα κλοπιμαία πωλούνται από τον Money σε εξευτελιστική τιμή, αλλά ο τρίτος της παρέας, η Rocky, έχει κουραστεί να παίρνει μεγάλα ρίσκα για χαρτζιλίκι. Έτσι, όταν μαθαίνουν ότι σε ένα σπίτι υπάρχει γερό ρευστό, ετοιμάζονται για τη μεγάλη δουλειά. Αφού πληροφορούνται ότι τα διπλανά σπίτια θα είναι άδεια, και ότι ο στόχος τους είναι ένας βετεράνος του στρατού που έχασε τα πάντα στον πόλεμο, μοιάζει για μια εύκολη δουλειά. Αλλά ο βετεράνος, παρότι και τυφλός, αποδεικνύεται δύσκολος στόχος, και η εύκολη δουλειά καταλήγει σε ένα φονικό παιχνίδι γάτας-ποντικού.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Η παρέα των πρωταγωνιστών επιλέγει εύκολους στόχους σπιτιών για να κλέψει ότι βρει, μέχρι που προσωπικές ανάγκες τους ωθούν στο να πάρουν το μεγάλο ρίσκο προσδοκώντας σε μεγαλύτερη λεία. Το σενάριο μπαίνει γρήγορα στο ψητό καθώς ξέρει πως ο θεατής δεν ενδιαφέρεται για το πως φτάσαμε εδώ, αλλά αναζητά την κατάσταση φόβου που του έχει υποσχεθεί.
Tο “Μην ανασαίνεις” παίζει συνεχώς με όπλο την αίσθηση ανατροπής των δεδομένων. Κάτι που φαινομενικά αποτελεί πλεονέκτημα, επιστρέφει σαν μπούμεραγκ-μειονέκτημα προσφέροντας την αίσθηση του ψυχολογικού θρίλερ. Ενώ λοιπόν το καινούριο σπίτι-στόχος δείχνει ιδανικό καθότι απομακρυσμένο από οποιαδήποτε ύπαρξη ζωντανής γειτονιάς, γίνεται το αδύναμο σημείο των ληστών καθώς εγκλωβίζονται σε αυτό, χωρίς καμία εξωτερική βοήθεια.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα όταν στο σπίτι που έχουν κλειστεί, βρίσκεται ο παρανοϊκός ιδιόκτητης του που (προφανώς) θέλει να σκοτώσει τους παράνομους εισβολείς. Ο “κακός” του φιλμ και στόχος των νεαρών διαρρηκτών, όπως σε κάθε ταινία τρόμου που σέβεται τον εαυτό της, τρομοκρατεί αρχικά τους πρωταγωνιστές (και προφανώς τους θεατές) λόγω βιογραφικού (πατέρας που έχασε το παιδί του με στρατιωτικό background) και εμφάνισης (τυφλός με σώμα… συμμορίτη).
Τι γίνεται όμως όταν το κυνήγι λαμβάνει χώρα στο σπίτι που μόνο αυτός ξέρει και κανείς δεν μπορεί να διαφύγει; Τι γίνεται όταν τα φώτα κλείσουν κι ο μόνος που “βλέπει” είναι ο τυφλός; Τι γίνεται όταν αποκαλυφθεί ένα μυστικό που τον κάνει ακόμα πιο φορτισμένο συναισθηματικά;
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Οι ερμηνείες του cast έρχονται σε επίπεδα πολύ πάνω του αναμενόμενου, χωρίς να αποτελούν το σημείο αναφοράς του φιλμ. Γι’ αυτό φρόντισε η σκηνοθεσία του Fede Alvarez που πραγματικά είναι η κατηγορία που ανέβασε αισθητά το επίπεδο του Don’t Breathe.
Η παλέτα χρωμάτων γέμιζε τα μάτια μου σε κάθε πλάνο, το κάδρο της φωτογραφίας αποτέλεσε τον οδηγό μου στην κινηματογραφική ροή, ενώ το φως χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργήσει τα απαραίτητα συναισθήματα στον θεατή (η σκηνή του απόλυτου σκοταδιού στο υπόγειο αποτελεί highlight).
O Ουρουγουανός θιασώτης του τρόμου (προηγούμενη δουλειά το Evil Dead) μπαίνει για τα καλά στο μπλοκάκι μου με τις ενδιαφέρουσες περιπτώσεις νέων σκηνοθετών στο χώρο του σινεμά. Στην παρούσα ταινία υπογράφει και το υποφερτό για το είδος του σενάριο, κάνοντας με να αναμένω την επόμενη δουλειά του με ανυπομονησία.
Η “άγνωστη” Jane Levy που φέρνει εμφανισιακά στην Emma Stone, βρίσκεται στον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μία καθόλα ικανοποιητική ερμηνεία (θα την δούμε οπωσδήποτε στο μέλλον σε κάτι καλό), με τον “τηλεοπτικό” Dylan Minnette να εμφανίζεται με μόνο σκοπό να κάνει κλικ στο νεανικό γυναικείο κοινό. Ο Stephen Lang (παλιά καραβάνα, γνωστός στους περισσότερους από το Avatar) ενσαρκώνει με μεγάλη επιτυχία τον φόβο και τρόμο των υπολοίπων, κυρίως χρησιμοποιώντας την σκληρή του φυσιογνωμία.
Η μουσική αλλά κυρίως το sound production βρίσκονται σε συνηθισμένα επίπεδα Hollywood, βοηθώντας την σκηνοθεσία, χωρίς να την υπερβαίνουν σε καμία σκηνή.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Το Don’t Breathe είναι όλα όσα περιμένεις από μια ταινία τρόμου, με τα πλεονεκτήματα/μειονεκτήματα αυτού του ιδιαίτερου genre. Αποτελεί σίγουρα μια καλή επιλογή μακριά από πατάτες του είδους, με πολλά από τα ξεχωριστά κομμάτια που το συνθέτουν να δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.