Ο ενήλικος Ντάνυ Τόρανς έχει κυλήσει στο αλκοόλ και την ασωτία, καταβάλλοντας μεγάλες προσπάθειες να απωθήσει το παρελθόν και την ιδιαιτερότητά του να “λάμπει”.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Με τη ζωή του κρεμάμενη από μια κλωστή, καταποντισμένος οικονομικά και εξαντλημένος ψυχικά, μετακινείται βόρεια, όπου σύντομα αξιοποιεί το χάρισμά του για την ανακούφιση μελλοθάνατων. Χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης από την κοινότητα για την επιτυχημένη του προσπάθεια καταπολέμησης της χρόνιας εξάρτησης από το ποτό, ενώ και ο ίδιος νιώθει πως αναμόρφωσε τη ζωή του, παρατηρώντας τη θετικότητα να πηγάζει από παντού γύρω του.
Κάποια μίλια μακριά, μια έφηβη πειραματίζεται με το εύρος των δικών της δυνάμεων. Μοναχική, μα εύθυμη και καλοκάγαθη, η Άμπρα αναζητά τον τρόπο για τη σωστή χρησιμοποίηση των ξεχωριστών της δυνατοτήτων. Σε μια από τις περιηγήσεις της στα μυαλά των άλλων, γνωρίζει τον Νταν, ο οποίος αντιμετωπίζει την όλη κατάσταση σαν ένα αθώο παιχνίδι. Εν αγνοία τους, όμως, μια αίρεση βλοσυρών, ανέντιμων, παρομοίως προικισμένων ανθρώπων διαπράττει δολοφονίες για να παρατείνει τη χρονική διάρκεια της ζωής των μελών της. Όταν η Άμπρα ανακαλυφθεί, ο Νταν ξεφεύγει από το λήθαργο της απάθειας.
Μπροστά στην πιθανή εξάλειψη όλων των πλασμάτων με αγνότητα που τυχαίνει να κατέχουν το μεταφυσικό χάρισμα που εξασφαλίζει τη μακροβιότητα, οι δυο τους θα συνεργαστούν, ώστε να αποκρούσουν τις σίγουρες επιθέσεις που θα επιχειρήσουν οι διώκτες τους. Σε έναν αγώνα επιβίωσης, θα επικρατήσει μόνο αυτός με τη μεγαλύτερη θέληση για ζωή. Ο Νταν και η Άμπρα οφείλουν να υπερβούν την ανασφάλεια και τον πανικό, όπως επίσης και τον αδίστακτο χαρακτήρα των εχθρών τους, προκειμένου να τους αποκρούσουν.
Ο “Δόκτωρ Ύπνος” ξυπνάει την αγωνία και ανασύρει τη νευρικότητα αφειδώς, όμως η πολύπλευρη δράση του διασπά την αίσθηση συνεχούς υποδόριας απειλής που έσπειρε επιτυχημένα ο Stanley Kubrick στη “Λάμψη”. Πιστός στις οδηγίες του Stephen King, ο σκηνοθέτης Mike Flanagan αποτυπώνει σχολαστικά όλα τα στοιχεία της πλοκής, θρυμματίζοντας σε ορισμένα σημεία το vibe που έχει παραχθεί και επικρατεί. Πιθανότατα, το ανυποχώρητο πείσμα του συγγραφέα οριοθέτησε κατά κάποιο τρόπο αυτή την προσεκτική και μεθοδική διασκευή του έργου του, όμως την ευθύνη για την κάπως αμήχανη εκτέλεση την επωμίζεται ο σκηνοθέτης. Πάντως, ο κόσμος που κατασκευάζει δεν αποτυγχάνει στην καθήλωση του θεατή, αφού φοβιστικές και ανατριχιαστικές εξάρσεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για ανάπαυση.
Κάποιες φορές θυμίζει τον προκάτοχό του, μα δεν προσπαθεί να μιμηθεί από έλλειψη δημιουργικότητας, μα από βαθιά εκτίμηση και ποτέ δεν αλλοιώνει την ταυτότητά του. Με διάθεση αναπόλησης, απλώς, επαναφέρει στο νου μας στιγμές που πιστεύαμε, σαν τον πρωταγωνιστή, ότι είχαμε καταφέρει να ξαποστείλουμε σε κάποιο σκοτεινό και απρόσιτο κομμάτι του εγκεφάλου μας. Και, επειδή αυτή η εμπειρία παραμένει επαρκώς ζωντανή, οι εικόνες ξεπηδούν με αντανακλαστικό, αυθόρμητο τρόπο, ανεξέλεγκτα και συντριπτικά.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η Kyliegh Curran αποτελεί την πραγματική αποκάλυψη της ταινίας. Ανυπέρβλητα χαρισματική, καταυγάζει στο ρόλο της σπλαχνικής Άμπρα, επισκιάζοντας τόσο τον στοιχειωμένο από εφιάλτες Ewan McGregor, όσο και την ανελέητη Rebecca Ferguson. Ο Mike Flanagan, παρά τις απαγορεύσεις που προφανώς του επιβλήθηκαν, πλάθει επιτυχημένα ένα περιβάλλον συστηματικής υποψίας ανατροπών, χάρη στην αδιάψευστη βαρβαρότητα ορισμένων σκηνών και στο αινιγματικό ύφος που υιοθετεί για τη διατήρηση του ενδιαφέροντος. Δεν επιλέγει τη σκάρτη, αδιάφορη αντιγραφή των στοιχείων που συντέλεσαν στην ανάδειξη του πονήματος του Kubrick, μα δανείζεται χαρακτηριστικά, ώστε να του αποτίσει φόρο τιμής και να ξυπνήσει τις αποτρόπαιες μορφές που φώλιασαν στο ξενοδοχείο Overlook και, έκτοτε, αδιάκοπα μας καταδιώκουν με μοχθηρία.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Τα σίκουελ κρύβουν παγίδες που ενισχύουν την κριτική ματιά και αυξάνουν την πίεση για τους δημιουργούς. Στην περίπτωση του “Δόκτωρ Ύπνος” η κίβδηλη, χαμερπής πλευρά του ανθρώπου συναντά την αθωότητα και τον ιδεαλισμό, σε μια μεταφυσική μάχη παμπάλαιου φιλοσοφικού μοτίβου. Η βδελυρή, κατάπτυστα ανίερη ομάδα που απορροφά τη ζωή συμφεροντολογικά κουβαλά καταχωνιασμένα ψυχικά βάσανα, ενώ η ελπιδοφόρα αντίσταση των πρωταγνιστών στην υποδούλωση που συνεπάγεται η παθητικότητα, συνιστά αντάρτικη πράξη αμιγούς ανιδιοτέλειας και απόπειρας εξουδετέρωσης της αλλοφροσύνης. Το έργο παραθέτει τα νοήματά του δίχως παράφορη κενότητα, μα με ένα σχεδόν ενστικτώδες αισθητήριο αποφυγής της βεβήλωσης του μύθου που αγκάλιασε τον προκάτοχό του. Το αν η ανθεκτικότητά του θα αποδειχθεί το ίδιο αδιάσειστη, μένει να φανεί στην πάροδο του χρόνου.