Βασισμένη σε αληθινή ιστορία, η ταινία αποκαλύπτει με χιουμοριστικό τρόπο την ιστορία και την προσωπικότητα της Lee Israel (Melissa McCarthy), μιας κατά τα άλλα ξεχασμένης από το κοινό συγγραφέας, η οποία προσπαθεί να επιβιώσει με τα λιγοστά χρήματα που διαθέτει, να πείσει την εκδότριά της για την σπουδαιότητα της ιδέας του νέου της βιβλίου αλλά και να βρει την ευτυχία στην προσωπική της ζωή. Μέσα στην απελπισία της να βρει χρήματα για την επιβίωση της, η Lee έχει τη φαεινή ιδέα να πλαστογραφήσει προσωπικά γράμματα μεγάλων λογοτεχνικών προσωπικοτήτων και να τα πουλήσει ως αυθεντικά.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Παρουσιάζοντας τη Lee ως μια κυνική, μοναχική, ομοφυλόφιλη γυναίκα, με μόνη παρέα τη γέρικη γάτα της, αλλά και μια απρόσμενη φιλία με έναν εκκεντρικό τύπο, τον Jack Hock (Richard E. Grant), η ταινία βασίζει την πρωταγωνίστρια σε κάποια κλισέ, τα οποία ωστόσο φαίνεται να αποτυπώνουν με ακρίβεια την αυτοβιογραφία της Lee.
Προσεγγίζοντας την Israel με ειλικρίνεια και χιούμορ, η ταινία ακολουθεί την ιστορία της, τη σύλληψη και την εκτέλεση της ιδέας της να συνθέσει γράμματα από διάσημες λογοτεχνικές προσωπικότητες, υιοθετώντας τη συγγραφική τους φωνή. Ξεκινώντας διστακτικά και επιστρατεύοντας το συγγραφικό της ταλέντο, η Lee αποδεικνύει πως «Είναι καλύτερη Dorothy Parker από την ίδια την Dorothy Parker» και πως μπορεί εύκολα να ξεγελάσει τον κατά τα άλλα υποκριτικό λογοτεχνικό χώρο.
Αν και η Israel ακολουθεί μια παράνομη διαδικασία, η ταινία παρουσιάζει όλη τη δεξιοτεχνία, την έρευνα και την δημιουργικότητα που καταβάλει η ίδια. Άλλωστε, είναι προφανές πώς και η ίδια η πρωταγωνίστρια γνωρίζει πως είναι θέμα χρόνου να την ανακαλύψουν και να πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Για τον λόγο αυτό η ταινία δε βασίζεται στο plot twist ή στην άγνοια των χαρακτήρων για την έκβαση της ιστορίας τους. Κοιτώντας κατάματα την καθολική εικόνα της κατάστασης και αναγνωρίζοντας , επιχειρεί να αφηγηθεί την ιστορία με χιούμορ, σαρκασμό και να σκιαγραφήσει δυναμικούς χαρακτήρες.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η σκηνοθέτης της ταινίας Marielle Heller έγινε γνωστή μετά την πρώτη της ταινία The Diary of a Teenage Girl (201), την οποία έγραψε και σκηνοθέτησε η ίδια. Προκαλώντας μεγάλη συζήτηση και εντύπωση στα φεστιβάλ που διαγωνίστηκε η ταινία – καθώς μιλάει για την ιστορία μιας νεαρής κοπέλας που έχει σχέση με τον σύντροφο της μητέρας της και καταφέρνει να αγγίξει πολλά ταμπού μιλώντας για τα στερεότυπα της κοινωνίας και την προσπάθεια της πρωταγωνίστριας να τα καταρρίψει- η Heller τράβηξε τα βλέμματα πάνω της. Με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της κατάφερε κιόλας να κερδίσει 3 υποψηφιότητες Όσκαρ για καλύτερο διασκευασμένο σενάριο για τους Nicole Holofcener και Jeff Whitty, Καλύτερου Α’ γυναικείου ρόλου για τη Melissa McCarthy και Καλύτερου Β’ αντρικού ρόλου για τον Richards E. Grant (για εμάς η Heller άξιζε και μια υποψηφιότητα για καλύτερη σκηνοθεσία αλλά ποιος μπορεί να εναντιωθεί στην Ακαδημία).
Τί μπορεί να πει κανείς για την Melissa McCarthy; Έχοντας στο βιογραφικό της μια πληθώρα κωμικών ταινιών, όπως τα Bridesmaids (2011), Tammy (2014), Spy (2015), αυτή τη φορά ήρθε να μας δώσει μια τρομερή δραματική ερμηνεία, υιοθετώντας μια όχι και τόσο ελκυστική εμφάνιση. Αν και ο χαρακτήρας της ακροβατεί στην κατάθλιψη, τον αλκοολισμό και την αυτοκαταστροφική διάθεση, η ίδια καταφέρνει να αποτυπώσει όλες τις διαφορετικές εκφάνσεις του χαρακτήρα και να προσδώσει τον κυνισμό και τη χιουμοριστική διάθεση χωρίς να τον αλλοιώσει. Έτσι, αυτός ο χαρακτήρας βρίσκεται μπροστά στην οθόνη μας χωρίς να περνάει από κανένα φίλτρο κριτικής των πράξεων του, καλώντας έτσι και τους θεατές να γνωρίσουν την πρωταγωνίστρια προτού την κρίνουν.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Γιατί τόσο η ιστορία όσο και οι χαρακτήρες είναι τρομερά δυναμικοί με εντυπωσιακές αλλαγές στην διάθεση και την ατμόσφαιρα των σκηνών. Γιατί η ισορροπία μεταξύ βιογραφίας και μυθοπλασίας καταφέρνει να μας κάνει γνωστή μια ιδιαίτερη προσωπικότητα, ενώ παράλληλα να μας ψυχαγωγήσει χωρίς να δημιουργεί μια αποστειρωμένη πλοκή βιογραφίας.