Στο κοντινό μέλλον δεν υπάρχει ιδιωτική ζωή ή ανωνυμία. Όλες οι προσωπικές στιγμές καταγράφονται, με αποτέλεσμα την μείωση της εγκληματικότητας. Προκειμένου να εξιχνιάσει μια σειρά από φόνους, ένας detective θα πέσει πάνω σε μια νεαρή γυναίκα χωρίς κανένα ψηφιακό αποτύπωμα που είναι αόρατη στο σύστημα. Η μυστηριώδης αυτή γυναίκα δεν έχει ταυτότητα, ιστορία ή οποιοδήποτε αρχείο στο ιστορικό της. Ο detective ρίχνεται σε έναν αγώνα δρόμου προκειμένου να την εντοπίσει προτού γίνει ο ίδιος το επόμενο θύμα.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Ο οραματιστής σκηνοθέτης και σεναριογράφος του “Gattaca”, Andrew Niccol, ο οποίος μεταξύ άλλων έχει βραβευτεί και με Oscar σεναρίου για το “The Truman Show”, επιστρέφει στο κινηματογραφικό στυλ που τον ανέδειξε, αυτό δηλαδή του φουτουριστικού φιλμ νουάρ, με μια ιστορία που διαδραματίζεται στο κοντινό μέλλον, αντλώντας όμως έμπνευση από το παρόν.
Ο Niccol είναι ένας δημιουργός, ο οποίος σε όλες του σχεδόν τις ταινίες παραμένει πιστός στη θεματολογία της ηθικής γύρω από την χρήση της τεχνολογίας, τον ρόλο της πληροφορίας και την έλλειψη ιδιωτικότητας, ιδιαίτερα επίκαιρα θέματα στην τωρινή εποχή των social media.
To Anon λοιπόν, είναι μια ταινία που τα έχει όλα. Φωτεινή αλλά και ταυτόχρονα μουντή φωτογραφία, που αποδίδει υπέροχα την “καθαρή” και χωρίς εκπλήξεις ζωή που ζουν οι άνθρωποι του μέλλοντος. Σκοτεινή και σαγηνευτική ατμόσφαιρα όπως αρμόζει άλλωστε στο είδος του φιλμ νουάρ. Ερωτισμός και αποπλάνηση με αισθησιακές κινηματογραφικές λήψεις να ανεβάζουν την θερμοκρασία. Έναν συνδυασμό σύγχρονης και κλασικής κινηματογραφικής αισθητικής που ικανοποιεί το μάτι του θεατή.
Και αυτό ακριβώς, το ότι τα έχει όλα ίσως είναι και το μοναδικό μειονέκτημα της ταινίας. Γιατί καθόλη την διάρκεια της ταινίας, όσο άρτια και να είναι αυτή, αισθάνεσαι ότι είναι κάτι το οποίο έχεις ξαναδεί και μάλιστα αρκετές φορές και από καταξιωμένους σκηνοθέτες. Είναι λες και το “Minority Report” παντρεύτηκε το “V for Vendetta” και το κινηματογραφικό τους παιδί είναι το “Anon”.
Όμως, παρά την έλλειψη πρωτότυπης ιδέας και ίσως ένα αρκετά βιαστικό και “εύκολο” σεναριακά τέλος, η ταινία στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και βλέπεται άνετα από τους φαν του είδους και όχι μόνο, περνώντας παράλληλά και ιδιαίτερα επίκαιρα μηνύματα και προβληματισμούς.
“It’s not that I have something to hide, I have nothing I want you to see.”
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Στην σκηνοθεσία και το σενάριο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ο Andrew Niccol (Gattaca, S1mOne, Lord of War, In Time), επιστρέφει στις κινηματογραφικές του ρίζες και παραδίδει μια άρτια σκηνοθετικά ταινία, με λίγο εύκολο όμως και αρκετά προφανές σενάριο.
Την ταινία έντυσε μουσικά ο Καναδός Christophe Beck (Ant-Man, Frozen) πετυχαίνοντας να γράψει μουσική ταιριαστή στην ατμόσφαιρα και το είδος της ταινίας, χωρίς όμως να ξεχωρίσει ιδιαίτερα.
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, έχουμε τον, πεσμένο κινηματογραφικά τα τελευταία χρόνια αλλά πάντοτε γοητευτικό, Clive Owen o οποίος κινείται στα συνήθη standards του, και την αινιγματική αλλά ταυτόχρονα αισθησιακή Amanda Seyfried να ανεβάζει τον ερωτισμό της ταινίας κατακόρυφα.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Γιατί σου αρέσουν οι ταινίες που βγάζει ο Niccol. Γιατί αντικειμενικά είναι μια καλή ταινία, αν και όχι ιδιαίτερα πρωτότυπη. Γιατί γουστάρεις την… “βρετανίλα” του Clive Owen. Γιατί είσαι fan του ψυχρού βλέμματος και των θελκτικών καμπυλών της Amanda Seyfried.