Η ιστορία αφορά τη ζωή ενός παντρεμένου ζευγαριού, που διαταράσσεται ανεπανόρθωτα όταν η μέχρι πρότινος τυφλή σύζυγος εγχειρίζεται και, σταδιακά, αρχίζει να βρίσκει την όραση της από το ένα μάτι. Σύντομα, θα καταλάβει πως ο έγγαμος βίος της ήταν πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι πίστευε.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Έχουμε μια ταινία που προσπαθεί (και το καταφέρνει) να μας κάνει έξαλλους, παρότι είναι φαινομενικά ήρεμη και ήσυχη. Μια ιστορία που θα μπορούσε κάλλιστα να μην έχει ειπωθεί γιατί πραγματικά δεν έχει πολλά να προσφέρει.
Ακολουθούμε κατά πόδας το εν λόγω ζευγάρι για να δούμε την ζωή που ζουν. Μέχρι εδώ, λες εντάξει, ένα συνηθισμένο δράμα που θέλει κάτι να μας πει. Όσο προχωρά η ταινία, βλέπουμε μια δύσκολη κατάσταση να ξετυλίγεται. Έχοντας χάσει την όραση της η Gina, από ένα τροχαίο, προσπαθεί να ορθοποδήσει και να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει με σύμμαχο στο πλευρό της, τον άντρα της James. Τα πράγματα αρχίζουν και περιπλέκονται μετά από μια άβολη συζήτηση που είχαν. Οι ρόλοι αλλάζουν, ο καλός κακιώνει και η καλή αρχίζει να συμπεριφέρεται ανάρμοστα.
Η ιστορία από μόνη της είναι λίγο “κάπως”. Εάν χρησιμοποιούσαν μόνο το κομμάτι από το πρόβλημα της πρωταγωνίστριας, θα ήταν ακόμα μια ταινία ανάμεσα σε τόσες άλλες που έχουμε ξαναδεί. Οπότε προτίμησαν να ανακατέψουν κάποια στοιχεία για να γίνει πιο προκλητική στο κοινό. Έμπλεξαν την ηθική με την επιθυμία, τα εμπόδια με την ευκολία και την μονιμότητα μα την αλλαγή. Θα μπορούσε να γίνει αρκετά καλύτερο αλλά το έχασαν από πολλές μεριές.
Εν τέλει η ταινία δεν σου αφήνει κάποιο ουσιαστικό μήνυμα, γιατί πολύ απλά σε κάνει να την απωθήσεις κατευθείαν από μέσα σου, χωρίς δεύτερη σκέψη. Δύο ώρες είσαι εκεί προσπαθώντας να καταλάβεις και να νιώσεις, αλλά είναι μάταιο. Δεν έχει τη δυναμική που θα μπορούσε να έχει, διότι υπήρξε λάθος σκεπτικό (γνώμη μου πάντα). Σου βγάζει πολύ να πεις την έκφραση “ο χαμένος τα παίρνει όλα”, ή κάτι τέτοιο.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Ο Mark Forster από σκηνοθετικής πλευράς, προσπάθησε αρκετά να μας βάλει στην ψυχολογία της Gina, έχοντας πολλά από τα πλάνα του, πίσω από τον αμφιβληστροειδή της. Δεν μπορώ να πω ότι ξετρελάθηκα κιόλας από το αποτέλεσμα, αλλά του δίνω ότι μας έκανε να καταλάβουμε πως μας “βλέπουν” οι άνθρωποι με περιορισμένη όραση. Ως προς το σενάριο που έβαλε το χεράκι του μαζί με τον Sean Conway, δεν έχω πολύ καλά λόγια να πω. Οπότε το αφήνω στην κρίση σας, μιας και όπως έχουμε πει άπειρες φορές, όλα είναι υποκειμενικά στο σινεμά.
Οι κεντρικοί ήρωες ήταν πολύ ρηχοί, με σχεδόν καθόλου συναίσθημα. Αν αρχίσω να λέω πραγματικά αυτό που νιώθω, δεν θα σας αρέσει καθόλου, οπότε θα αρκεστώ να πω αυτά τα λίγα. Ανούσιοι με καθόλου μεταδοτικότητα του συναισθήματος, επίπεδοι και βαρετοί. Μιλάω για τους πρωταγωνιστές μας που είναι οι Blake Lively (Gina) και Jason Clarke (James). Τους υπόλοιπους δεν τους αναφέρω καν γιατί δεν μας νοιάζει και πολύ.
Η μουσική δεν απουσιάζει, αλλά και δεν μας ξεκουφαίνει κιόλας. Σίγουρα μας έμεινε το κομμάτι που έπαιξε στην κιθάρα η Gina μαζί με την μικρή στο τέλος και ο λόγος είναι ότι το τραγούδι, εξηγεί τον τίτλο της ταινίας.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Γιατί ανήκεις στο ανδρικό κοινό που του αρέσει η Blake Lively, και δεν σε νοιάζει πολύ η υπόθεση. Εσύ απλά θες να την χαζέψεις. Γιατί ανήκεις στο γυναικείο κοινό που του αρέσουν οι δραματικές ταινίες και λες ας κάνω την προσπάθεια. Δεν μπορώ να βρω άλλους λόγους, συγχωρέσετε με!