Καλοκαιράκι πια…Παραλία και φραπεδιά, αλλά και σινεμαδάκι για να δούμε τα φετινά blockbusters τρώγοντας τόνους ποπ-κορν. Σε πλήρη αντίθεση με τον καιρό που ανοίγει, με την αυξανόμενη όρεξη για δράση, πιστολίδια και σκοτωμούς στο σινεμά και επειδή στα προηγούμενα αφιερώματα έβγαλα όλη την αντρίλα, την καφρίλα και την βαρβατίλα που έκρυβα μέσα μου, ήρθε ο καιρός να εξερευνήσω μαζί σας και την σκοτεινή πλευρά , που πολλοί άντρες αρνούνται να παραδεχτούν. Το κλάμα. Τη συγκίνηση. Τη στιγμή που τα μάτια υγραίνουν και τα συναισθήματα πλημμυρίζουν το σώμα.
Και πιο συγκεκριμένα θα ασχοληθώ με τις στιγμές που αυτό συμβαίνει στην διάρκεια της θέασης μιας ταινίας. Και θα αναφερθώ μόνο σε καλές ταινίες . Στο real thing. Όχι στις family friendly μπουρδίτσες που εκβιάζουν το συναίσθημα με κολπάκια που πιάνουν μόνο στα βλαχοαμερικανάκια. Πάρτε χαρτομάντιλα και ξεκινάμε…
Ξεκινώ αυτήν τη λίστα με μια από τις αγαπημένες μου ταινίες από την πρώτη στιγμή που την είδα στην τηλεόραση στην τρυφερή ηλικία των 12. ΟΚ, δεν είναι ακριβώς ο ορισμός του sad movie, αλλά ποιος μπόρεσε να συγκρατήσει έστω κι ένα δάκρυ στη σκηνή που ο Ethan Hawke τρέχει μέσα στο ομιχλώδες χειμωνιάτικο τοπίο του Delaware, απεγνωσμένος στο άκουσμα της είδησης της αυτοκτονίας του καλού του φίλου Neil Perry (που ενέπνευσε και το άνοιγμα του κλειστού και φοβικού του χαρακτήρα); Σαν μια σιωπηλή κραυγή και θρήνος, η εικόνα του νεαρού που ξεμακραίνει στο κατάψυχρο σκηνικό.
Επιπρόσθετα, πρέπει να έχεις καρδιά πέτρα για να μη συγκινηθείς από το , θρυλικό πια , φινάλε της ταινίας με το ανέβασμα των μαθητών στα θρανία, παρά τις απειλές του διευθυντή, ως φόρο τιμής και εκτίμησης στον δάσκαλο που ξύπνησε μέσα τους τη δίψα για μάθηση και για ζωή. O captain, my captain! Κι ένας είναι ο captain. Ο αθάνατος Robin Williams σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του.
Μπορεί να βρίζεις τον Lars von Trier. Μπορεί να μην αντέχεις να δεις λεπτό από τις ταινίες του. Μπορεί να τον θεωρείς ως τον Αντίχριστο(!) της παγκόσμια κινηματογραφίας. Αλλά φίλε μου, το αυθόρμητο κόμπο στο στομάχι που προκαλεί αυτή η ταινία και την πλημμύρα συναισθημάτων και πραγματικής λύπης που πετάει στη μούρη σου, δεν μπορείς να την αγνοήσεις, και σίγουρα δεν μπορείς να την ζήσεις εύκολα με άλλη ταινία. Και το κάνει ο μπάσταρδος με μια ταινία που στην ουσία είναι μιούζικαλ. Αλλά όχι σαν αυτά του Δαλιανίδη.
Εδώ ο πόνος της ηρωίδας, η σκληρότητα, η τυφλότητα και ο φαρισαϊσμός της κοινωνίας, η απέχθεια προς το πόσο σκατάνθρωποι είμαστε όλοι , η αδικία και η ευκολία στο να τιμωρούμε τον αποδιοπομπαίο τράγο, όλα αυτά γίνονται τραγούδι. Τραγούδι από τα βάθη της ψυχής. Σπαραξικάρδιο μα πέρα για πέρα αυθεντικό. Με ένα από τα κορυφαία soundtrack ever, μια απίστευτη Bjork στον κεντρικό ρόλο, κι ένα φινάλε που τσακίζει τα κόκαλα ακόμη και του πιο χοντρόπετσου, δεν είναι τυχαίο που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες το 2000.
Από μια τέτοια λίστα δεν θα μπορούσε να λείπει το αριστούργημα του Tim Burton. Αυτό το απίστευτο συνονθύλευμα της ιστορίας της ζωής του Edward Bloom (Albert Finney), γνωστού storyteller, έτσι όπως εκείνος την αφηγήθηκε στο γιο του, με όλες τις περίεργες επιμέρους περιπέτειες του (με προσθήκη πολλής σάλτσας σε κάθε αφήγηση), που απολαμβάνουμε διαμέσου της υπέροχης κινηματογράφησης του Burton, είναι γεμάτο από συναίσθημα. Πρώτα από όλα γιατί στην ουσία πρόκειται για μια ιστορία συμφιλίωσης του ορθολογικού γιου και του παραμυθά πατέρα.
Μια ιστoρία για την αξία των συναισθημάτων απέναντι στη λογική. Εκεί όμως που η ταινία σε τερματίζει, είναι (κι εδώ) στο φινάλε. Ο Edward παθαίνει εγκεφαλικό και δυσκολεύεται καν να μιλήσει. Οπότε ζητάει από τον γιο του να τελειώσει εκείνος την ιστορία της ζωής του. Το τέλος που επιλέγει είναι να τον κουβαλήσει στα χέρια του από το νοσοκομείο στο ποτάμι, σε μια σκηνή ανθολογίας, όπου το πακέτο με τα χαρτομάντιλα σίγουρα θα τελειώσει. Του δίνει ένα τέλος αντίστοιχο των ιστοριών της ζωής του και όχι σε ένα ψυχρό δωμάτιο νοσοκομείου. Ένα τέλος που του αξίζει. Κι ένα μεγάλο ευχαριστώ για όσα του έδωσε, και κυρίως για την οπτική απέναντι στην ίδια τη ζωή. Γιατί η ζωή είναι ένα μεγάλο παραμύθι, που παρά τα όποια δυσάρεστα γεγονότα του, το πώς το βλέπεις έχει να κάνει με σένα και μόνο με σένα. Ύμνος!
ΟΚ. O Roberto Benigni είναι γενικά υπέρτατος καραγκιόζης και υπερτιμημένος, κάτι στο οποίο συμφωνούν όσοι ασχολούνται με τον κινηματογράφο και βάση της υπερβολικά άνισης καριέρας του. Αλλά μπορεί να περηφανεύεται για ένα και μόνο επίτευγμα του. Για το La vita e bella. Η ιστορία ενός πατέρα και ενός γιου (και πάλι!) με φόντο τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τη ζωή μέσα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, χαράχτηκε τόσο βαθιά στη μνήμη μας (και στην καρδιά μας), λόγω της επιμονής του πατέρα να παρουσιάζει στον γιο του, όλη τη φρίκη και τον αποτροπιασμό του πολέμου, σαν ένα απλό παιχνίδι το οποίο τους βάζουν να παίξουν.
Τα παιδικά μάτια δεν είναι φτιαγμένα για να βλέπουν την ασχήμια στην οποία φτάνει η ανθρώπινη φύση με τον πόλεμο. Κι ο πατέρας είναι η ασπίδα της παιδικότητας του γιου του στις πιο σκοτεινές εποχές. Ακόμα και όταν τον πάνε στο απόσπασμα, υποκρίνεται πως αυτό συμβαίνει στα πλαίσια του παιχνιδιού. Και τα δικά μας τα μάτια βουρκώνουν βλέποντας τα λαμπερά μάτια ενός παιδιού απέναντι σε έναν πατέρα ήρωα και σε έναν επερχόμενο θάνατο στωικά φιλοσοφημένο. Η ζωή είναι ένα παιχνίδι. Η ζωή είναι ωραία. Όποιο και να είναι το τέλος. Γιατί κάθε παιχνίδι κάποτε τελειώνει. Και τότε σημασία έχει μόνο το πώς το έπαιξες…
Για το τέλος άφησα το κερασάκι στην τούρτα! Τον απόλυτο ορισμό του sad movie. Μια ταινία που σβήνει σαδιστικά το όποιο ψήγμα ελπίδας θα μπορούσε να υπάρξει στην ιστορία των ηρώων της. Ηρώων εξαρτημένων, καταθλιπτικών, μέσα σε μια πόλη που πνίγει στον αστικό κλοιό τα αδύναμα μέλη της. Ανθρώπων ,που λόγω της πλήρους απουσίας της όποιας αληθινής ευχαρίστησης, εκπληρώνουν τα όνειρα τους διαμέσου κόσμων ουτοπικών, φτιαγμένων από τόνους χημικών ουσιών. Κόσμων που τελικά καταρρέουν, σε καθεμία από τις τέσσερις παράλληλες ιστορίες, που συντρίβονται με απόλυτη ευθύνη των ίδιων των ηρώων.
Ιδανικοί αυτόχειρες, σε μια ταινία που χωρίς ίχνος διδακτισμού (τα ναρκωτικά είναι κακά, μακριά από αυτά), σε συνεπαίρνει στην άβυσσο του ανεκπλήρωτου της ανθρώπινης φύσης και στα φρικιαστικά αποτελέσματα των εμμονών της. Εδώ η ζωή δεν είναι ωραία, αλλά κόλαση που τυραννάει αργά και βασανιστικά τους ανθρώπους, γιατί οι ίδιοι δεν κατάλαβαν που πρέπει να ψάξουν για σωτηρία. Χαρτομάντιλα λοιπόν, για την κατάντια στην οποία μπορεί να φτάσει δυνητικά ο καθένας από εμάς, σε μια αριστοτεχνικά γυρισμένη ταινία, με φοβερή μουσική που ακόμα στοιχειώνει το υποσυνείδητο μας…