Φίλοι μου φιλμάδηκες καλό καλοκαίρι… ή καλό φθινόπωρο! Δεν ξέρω, θα δείξει. Κανείς δεν ξέρει ακόμα με αυτόν τον καιρό. Επέστρεψα με καινούριες προτάσεις για σας και μετά την πρώτη πεντάδα Ιταλικών ταινιών που θεωρούνται πλέον κλασσικά αριστουργήματα, συνεχίζω -στο πιο σύγχρονο ιταλικό σινεμά αυτή τη φορά- επιλέγοντας μερικές δυνατές ταινίες από τη δεκαετία του ’80 μέχρι και σήμερα. Το μενού σε αυτό το αφιέρωμα θα έχει από Γουέστερν μέχρι κωμωδία, ωστόσο έχω κρατήσει μερικά καλά χαρτιά ακόμα και για το τρίτο και τελευταίο μέρος που θα ακολουθήσει μέσα στο Μάιο.
Πάμε λοιπόν να συνεχίσουμε τις προβολές αλά Ιταλικά και μην ξεχνιόμαστε παιδιά…. ποπ κορν! (να μην τα ξαναλέμε)
Πρόκειται για το «κύκνειο άσμα» του θρυλικού σκηνοθέτη Sergio Leone (Για μια χούφτα δολάρια, Ο καλός ο κακός κι ο άσχημος, Μονομαχία στο Ελ Πάσο). Το «Κάποτε στην Αμερική» υπήρξε ο λόγος για τον οποίο ο Λεόνε απέρριψε να σκηνοθετήσει τον πασίγνωστο «Νονό» ο οποίος κατέληξε τελικά στα χέρια του Φράνσις Φορντ Κόπολα όπως όλοι ξέρουμε. ‘Ηθελε να αφοσιωθεί πλήρως στο σχεδιασμό της ταινίας, την οποία δούλεψε για δέκα ολόκληρα χρόνια. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε αν σκεφτεί κανείς πως το «Κάποτε στην Αμερική» θεωρείται η καλύτερή του ταινία αλλά και μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Αν και οι κριτικοί αρχικά δεν εκτίμησαν το έργο του, εξαιτίας της αρνητικής προκατάληψης απέναντι στα “σπαγγέτι γουέστερν”, σήμερα η αξία του Λέονε αναγνωρίζεται παγκοσμίως και ο ίδιος θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους θρύλους της 7ης τέχνης.
Πρόκειται για την κινηματογράφηση του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος του Harry Grey “The Hoods” που αφηγείται τη ζωή τεσσάρων Εβραίων μεταναστών, μελών του υποκόσμου, που φτάνουν στην Αμερική προκειμένου να ζήσουν το Αμερικανικό όνειρο και να γίνουν μεγάλοι και τρανοί, όμως δεν καταφέρνουν να ξεφύγουν ποτέ από την παρανομία και τον υπόκοσμο και καταλήγουν να γίνουν αδίστακτοι gangsters και να διαλύσουν τη φιλία τους στο βωμό του συμφέροντος και του χρήματος. Mια επικριτική ματιά στο “Aμερικανικό όνειρο” που έθρεψε με αυταπάτες γενιές και γενιές σε όλη την Υφήλιο αποτυπωμένη αριστουργηματικά από το θρυλικό Ιταλό σκηνοθέτη.
Πρωταγωνιστεί ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο σε ένα ρεσιτάλ ερμηνείας μαζί με ένα αξιόλογο καστ ηθοποιών, ενώ τη μουσική έχει γράψει ο μοναδικός Ennio Morricone. Το “Γκανγκστερικό έπος” διαρκεί 4 ολόκληρες ώρες γι’ αυτό και όταν πρωτοπαίχτηκε στην Αμερική η Warner Bros έκοψε πάρα πολλές σκηνές. Αυτό φυσικά έπληξε τη ροή της ταινίας και έριξε την ποιότητά της αρχικά , αργότερα όμως προβλήθηκε ολοκληρωμένη κερδίζοντας τη θέση που της αξίζει ανάμεσα στα μεγαλύτερα αριστουργήματα όλων των εποχών.
Ο λατρεμένος Tζουζέπε Τορνατόρε σκηνοθετεί ένα διαχρονικό φιλμ που αγαπήθηκε ιδιαιτέρως από το κοινό και δικαίως αφού πρόκειται για μια ταινία τρυφερή, ανθρώπινη και αληθινή. Η αναδρομή του πρωταγωνιστή στα παιδικά του χρόνια, θα σας θυμίσει κάτι από τη δικιά σας παιδική ηλικία, την αθωότητα και τα όνειρα που κάνατε όταν ήσασταν παιδιά. Αν είστε δε και φανατικοί σινεφίλ τότε αυτή ταινία θα γίνει σίγουρα η αγαπημένη σας!
Η ιστορία διαδραματίζεται στα τέλη της δεκαετίας του 40 σ’ ένα χωριό της Σικελίας όπου ένα αγόρι,( ο Σαλαβατόρε ) ανακαλύπτει τη μαγεία του σινεμά όταν γίνεται φίλος με το μηχανικό προβολής (τον Αλφρέντο) και το δεξί του χέρι. Έτσι, θα μυηθεί στο μαγικό κόσμο των κινηματογραφικών ταινιών και ο κινηματογράφος θα γίνει γι’ αυτόν σκοπός ζωής. Όταν έπειτα από 30 χρόνια ,ο Σαλβατόρε θα είναι πια διάσημος σκηνοθέτης στη Ρώμη, θα πληροφορηθεί το θάνατο του Αλφρέντο και θα γυρίσει πίσω στη Σικελία.
Κάπως έτσι ξεκινά το νοσταλγικό ταξίδι που θα σας παρασύρει και θα σας συγκινήσει φέρνοντας στην καρδιά σας μια γλυκιά μελαγχολία και μια αναπόληση των παιδικών σας χρόνων. Θα έχετε επίσης την ευκαιρία να γνωρίσετε τη διαδικασία της κινηματογραφικής προβολής, τότε που τα πράγματα δε γίνονταν απλά και εύκολα με ο πάτημα ενός κουμπιού. Τότε που οι άνθρωποι δεν κατεβάζανε τις ταινίες από το ίντερνετ, δεν είχαν τηλεόραση, ούτε υπολογιστή, η προβολή της κάθε ταινίας στο σινεμά της πόλης ήταν ένα τεράστιο γεγονός και η κινηματογραφική αίθουσα ήταν για τους θεατές “Η χώρα των θαυμάτων”. Κάτι τα εξαιρετικά πλάνα του Τορνατόρε, κάτι η μαγευτική μουσική του Έννιο Μορικόνε, κάτι η νοσταλγική ατμόσφαιρα, το «Σινεμά ο Παράδεισος» θα κερδίσει μια θέση στην καρδιά σας και θα σας κάνει να αναζητήσετε κι άλλες ταινίες του μεγάλου Ιταλού σκηνοθέτη!
Η πασίγνωστη ταινία του Ιταλού ηθοποιού-σκηνοθέτη που χάρισε στο Ρομπέρτο Μπενίνι το Oscar A’ ανδρικού ρόλου. Μάλιστα ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού που το βραβείο κέρδισε ηθοποιός σε ξενόγλωσση ταινία και η δεύτερη φορά που ηθοποιός κέρδισε το Oscar σκηνοθετώντας τον εαυτό του. Εκτός όμως από το Oscar ‘A ανδρικού ρόλου, το la vita è bella κέρδισε επίσης το Oscar καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας καθώς και το Oscar μουσικής για το υπέροχο soundtrack που υπέγραψε ο Nίκολα Πιοβάνι.
Ο τίτλος της ταινίας είναι εμπνευσμένος από τη φράση που έγραψε ο Τρότσκι, όταν είδε τη γυναίκα του στον κήπο, την περίοδο που ήταν εξόριστος στο Μεξικό και ήξερε πως πρόκειται να δολοφονηθεί από ανθρώπους του Στάλιν. Ο αριθμός που είχε ο Μπενίνι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης ήταν ο ίδιος με αυτόν που είχε ο Τσάρλι Τσάπλιν στον “Μεγάλο Δικτάτορα” ενώ η ταινία ήταν αφιερωμένη στον πατέρα του Ρομπέρτο Μπενίνι που είχε κλειστεί δύο χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο Μπενίνι συμπρωταγωνιστεί με τη σύζυγό του στην ταινία, τη Νικολέτα Μπράσκι όπως συνηθίζει να κάνει πάντα στις ταινίες του άλλωστε, ενώ ο Τζιόρτζιο Κανταρίνι που ενσαρκώνει το ρόλο του μικρού Τζιοζέ, επιλέχθηκε στην οντισιόν ανάμεσα σε 2.000 παιδιά.
Πρόκειται για μια τραγική κωμωδία που διαδραματίζεται ενδεχομένως στο Άουσβιτς ή στο Νταχάου* την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Ο Γκουίντο, ένας Εβραίος που συλλαμβάνεται μαζί με το γιο του και οδηγείται στο φρικτό στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί, προσπαθεί να πείσει το παιδί του πως όλο αυτό είναι ένα παιχνίδι και πως θα φύγουν από κει μόλις συμπληρώσουν 1.000 πόντους. Με αυτόν τον τρόπο το προστατεύει από τη φρίκη και το φόβο, διδάσκοντας ταυτόχρονα σε εκατομμύρια θεατές παγκοσμίως πως ό,τι και να συμβεί σε αυτόν τον κόσμο, ακόμα και στις χειρότερες συνθήκες που μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους πάντα μπορείς να βρεις ένα λόγο για να πεις πως Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΑ!
* Ο Μπενίνι κατηγορήθηκε για παραχάραξη της ιστορίας επειδή έδειξε τους Αμερικάνους να μπαίνουν και να απελευθερώνουν το Άουσβιτς, ενώ στην πραγματικότητα ήταν οι Ρώσοι που το είχαν απελευθερώσει. Ωστόσο στην πραγματικότητα δεν αναφέρεται πουθενά στην ταινία πως το στρατόπεδο είναι όντως το Άουσβιτς. Θα μπορούσε να είναι το Νταχάου που όντως απελευθερώθηκε από του Αμερικάνους ή οποιοδήποτε άλλο στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί.
Είναι πανέμορφη, είναι σαγηνευτική, είναι η απόλυτη γυναίκα, είναι το σύμβολο της Μεσογειακής ομορφιάς. Περπατάει στο δρόμο και σταματάει η κυκλοφορία. Όλοι την κοιτάνε και θαυμάζουν. Οι άντρες την ποθούν, οι γυναίκες τη ζηλεύουν και ο κινηματογραφικός φακός απλά τη λατρεύει. Είναι η Μόνικα Μπελούτσι στο ρόλο της Μαλένα που ήταν άλλωστε και ο ρόλος σταθμός στην πορεία της, αυτός που τη σύστησε σε όλον τον πλανήτη και από κει και μετά η καριέρα της απογειώθηκε, ενώ η ίδια μέχρι και σήμερα κρατάει τον τίτλο της ωραιότερης γυναίκας του πλανήτη.
Η ταινία Μαλένα αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο -όπως έχει δηλώσει και η ίδια η Μπελούτσι- στη ζωή και την καριέρα της. Ο Τζουζέπε Τορνατόρε και ο Ένιο Μορικόνε έκαναν πάλι το θαύμα τους χαρίζοντας μας μια ταινία μοναδική, διαχρονική ,συγκινητική, γεμάτη ομορφιά, αθωότητα, νοσταλγία, ανθρωπιά. Το σκηνικό της πανέμορφης Σικελίας του ’40 είναι μαγευτικό και σίγουρα θα σας θυμίσει κάτι από τα παραδοσιακά χωριά της Ελλάδας. Αυτά με τα πλακόστρωτα σοκάκια και το Μεσογειακό αρχοντικό στυλ.
Η Μαλένα είναι μια εντυπωσιακή και αξιοπρεπής γυναίκα που ζει σε ένα χωριό της Σικελίας, ευτυχισμένη με τον άντρα της, ώσπου ο πόλεμος έρχεται και τα καταστρέφει όλα. Ο σύζυγός της θα σκοτωθεί σε μια μάχη και εκείνη θα καταλήξει στην πορνεία, αφού κανείς δε μπορεί να τη δει αλλιώς, παρά μόνο ως αντικείμενο του σεξ. Όλοι θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν την ομορφιά της, την οποία πρόκειται να πληρώσει πολύ ακριβά. Ο μόνος που θα την αγαπήσει αγνά και ανιδιοτελώς είναι ο Ρενάτο, ο δεκατριάχρονος πρωταγωνιστής μέσα από τα μάτια του οποίου παρακολουθούμε τη ζωή της όμορφης αλλά βαθιά δυστυχισμένης Μαλένα. Πόσο αμείλικτοι μπορούν να γίνουν οι άνθρωποι τελικά απέναντι στην ομορφιά; Kαι δεν εννοώ απαραίτητα την εξωτερική ομορφιά, αλλά κάθε είδους ομορφιά. Μια ταινία που θα σας κάνει να αναρωτηθείτε ως που μπορεί να φτάσει η ζηλοφθονία, η εκμετάλλευση ενός ανθρώπου που είναι ανυπεράσπιστος και αδύναμος καθώς και τι είναι τελικά η αληθινή αγάπη. Aυτή που δε μπαίνει σε καλούπια και δεν εξηγείται με τη λογική…
Μιας και έπιασα όλα τα συγκινητικά πιο πριν, είπα να κλείσω το αφιέρωμα με μια κωμωδία να γελάσει το χειλάκι μας. Όχι δηλαδή πως με τα προηγούμενα δε θα γελάσει, γιατί όλα διαθέτουν το χιούμορ τους λίγο πολύ, αλλά εδώ μιλάμε για καθαρόαιμη, γνήσια ιταλική κωμωδία από αυτές που κινδυνεύεις να κατουρηθείς από τα γέλια. Ο Checco Zalone δίνει τα ρέστα του σε μια σατυρική ταινία για το Ιταλικό κράτος και την Ιταλική νοοτροπία που είναι tale quale με τη δικιά μας αθάνατη ελληνική νοοτροπία! Αξίζει να τη δείτε με τους φίλους σας για να γελάσετε μέχρι δακρύων και να σχολιάσετε ανελέητα (είμαι σίγουρη πως θα το κάνετε). Δε θα σας κουράσω παραπάνω όμως. Μπορείτε να δείτε αναλυτική την κριτική της ταινίας εδώ!
Σας αφήνω λίγο χρόνο να απολαύσετε αυτές τις εξαιρετικές ταινίες (όσες από αυτές δεν έχετε ήδη δει) και θα επανέλθω με ακόμα περισσότερες προτάσεις λίαν συντόμως (εντάξει, θα αφήσω λίγο παραπάνω χρόνο για το Once upon a time in America που είναι ολόκληρος μαραθώνιος.)
Ciao amici!