Κάθε χρόνο μαζί με τις υποψηφιότητες και τους νικητές των βραβείων γίνεται λόγος και για τις -αρνητικές ή θετικές- εκπλήξεις της τελετής. Είτε για νικητές που δεν τους περίμενε σχεδόν κανείς, είτε για ταινίες και πρόσωπα που αγνοήθηκαν ανεξήγητα. Ας ρίξουμε μια ματιά σε μερικές τέτοιες περιπτώσεις στα τελευταία των βραβείων.
H πασίγνωστη ιστορία του Orson Wells για την άνοδο και την πτώση ενός μεγαλοεκδότη (βασισμένου στον William Randolph Hearst) αναφέρεται σταθερά στις καλύτερες και σημαντικότερες ταινίες που έχει βγάλει ο αμερικανικός κινηματογράφος. Αλλά μάλλον οι προσπάθειες του ίδιου του Hearst ώστε η ταινία να αποσυρθεί από την κυκλοφορία και η στηλίτευση της από τους συμμάχους του στον τύπο έπιασαν τόπο και το βραβείο πήγε στο άτολμο “How Green Was My Valley” του John Ford.
Ίσως θυμάστε ότι ο Nicholson δεν κέρδισε το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου για τη ερμηνεία του στη Λάμψη. Θυμάστε όμως ότι δεν ήταν καν υποψήφιος; Ο ηθοποιός με τις περισσότερες υποψηφιότητες για Όσκαρ πλήρωσε την αντιπάθειαόχι-συμπάθεια της Ακαδημίας προς τον Stanley Kubrick και τις κακές αρχικά κριτικές του πλέον κλασικού “The Shining” το οποίο δε συγκέντρωσε καμία υποψηφιότητα (είχε όμως 2 υποψηφιότητες για χρυσό Βατόμουρο…).
Μία ταινία με τεράστια επιρροή που θεωρήθηκε αριστούργημα από τη μέρα που βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες. O Νονός είχε την εκτίμηση της Ακαδημίας κερδίζοντας τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Α’ Ανδρικού Ρόλου και Διασκευασμένου Σεναρίου, αλλά ο 33χρονος τότε Κόπολα (και φαβορί για το βραβείο) έχασε το Όσκαρ Σκηνοθεσίας από τον Bob Fosse για το κατά τα άλλα αξιολογότατο Cabaret. H Ακαδημία προσπάθησε να διορθώσει το λάθος της δίνοντας του το βραβείο για το “The Godfather Part II” δύο χρόνια μετά, αλλά τον αδίκησε ξανά το 1979 όταν δεν του έδωσε το βραβείο για το Αποκάλυψη Τώρα.
Από τις σημαντικές ταινίες της δεκαετίας του ’90, η “Διάσωση του στρατιώτη Ράιαν” συγκέντρωσε 11 υποψηφιότητες και 4 βραβεία Όσκαρ, συμπεριλαμβανομένου και του 2ου βραβείου Σκηνοθεσίας για τον Steven Spielberg. Η ταινία που περιλαμβάνει μία από τις σπουδαιότερες αρχικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου και την πιο ρεαλιστική απεικόνιση της Απόβασης στη Νορμανδία που έχει γίνει ποτέ (με αρκετούς βετεράνους να δηλώνουν ότι δεν άντεξαν να τη δουν) με κινηματογράφηση του Janusz Kamiński. To Όσκαρ κατέληξε στο κατώτερο Shakespeare in Love με αρκετούς να υποθέτουν ότι δε θα είχε χάσει το βραβείο αν δεν αναμετριόταν με τη “Λεπτή Κόκκινη Γραμμή” του Terrence Malick, ακόμα μια ταινία για τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Κατά πολλούς η χειρότερη ταινία που έχει κερδίσει Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Σχολιάστηκε ως ένα ρηχό φιλμ που χρησιμοποιεί υπερσυναισθηματικές καταστάσεις, ενώ αποφεύγει τις λεπτές φυλετικές προκαταλήψεις και κοινωνικές ανισότητες. Αρκετοί το μισούν επειδή απλά κέρδισε το Brokeback Mountain, μια πιο ευαίσθητη και ανώτερης καλλιτεχνικής αξίας ταινία που έχασε ψήφους από τους γηραιούς λευκούς άνδρες που αποτελούν κατά κύριο λόγο τα μέλη της Ακαδημίας.
To Network είναι μια εξαιρετική ταινία του Sydney Lumet που κέρδισε τα Όσκαρ για τις 3 από τις 4 κατηγορίες υποκριτικής, κάτι που έχει πετύχει μόνο το “Λεωφορείον ο Πόθος” του Ελία Καζάν. Το αξιοπερίεργο είναι ότι εδώ έχουμε την πιο σύντομη ερμηνεία που κέρδισε ποτέ βραβείο, καθώς η Beatrice Straight εμφανίζεται στην ταινία για 5 λεπτά και 2 δευτερόλεπτα.
Εδώ δεν αποτέλεσε έκπληξη μόνο η νίκη αλλά και η υποψηφιότητα της Tomei για το Όσκαρ, καθώς δεν ήταν καν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα και ήταν γενικά άγνωστη εκείνη την περίοδο, ενώ ανταγωνιζόταν τις θρυλικές Judy Davis, Vanessa Redgrave, Joan Plowright και Miranda Richardson. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα επόμενα χρόνια κυκλοφορούσε η αρκετά μοχθηρή φήμη ότι ο 73χρονος τότε Jack Palance που ανακοίνωσε το βραβείο, μπερδεύτηκε με τον teleprompter και είπε λάθος όνομα.
Το 2002 το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλο παιζόταν ανάμεσα στον Jack Nicholson και τον Daniel Day-Lewis. Ο Nicholson για το comeback του στο About Schmidt του Alexander Payne και ο Day-Lewis με το Gangs of New York του Martin Scorsese. Αλλά ήρθε από το πουθενά ο 29χρονος Brody γνωρίζοντας την αποθέωση του ευχάριστα σοκαρισμένου αμφιθεάτρου, σπάζοντας το ρεκόρ του Richard Dreyfuss για να γίνει ο νεότερος νικητής (παραμένει έως σήμερα) στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Μία από τις καλύτερες ταινίες των ’00s και νικήτρια του Χρυσού Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών του 2007, το φιλμ του Christian Mungiu δεν ήταν υποψήφιο για το βραβείο Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Όχι μόνο αυτό, αλλά δεν ήταν καν στη λίστα με τις 9 ταινίες από τις οποίες επιλέγονται τελικά οι 5 υποψηφιότητες. Ένα σκάνδαλο αντίστοιχο της νίκης του Crash το 2004 οδήγησε σε αλλαγή των κανόνων στη συγκεκριμένη κατηγορία, καθώς τα μέλη μπορούν να ψηφίσουν πλέον μόνο τους 6 από τους 9 ημι-φιναλίστ, με την 20μελή ειδική επιτροπή ξενόγλωσσων ταινιών της Ακαδημίας να ψηφίζει τους υπόλοιπους 3.
Σύμφωνα με το site FiveThirtyEight.com που συλλέγει στοιχεία από βραβεία και επιλογές κριτικών, η νίκη του Braveheart ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη για βραβείο Καλύτερης Ταινίας των τελευταίων 25 ετών. To ξεκάθαρο φαβορί για εκείνη τη χρονιά ήταν το Apollo 13 του Ron Howard, αλλά το αιματοβαμμένο έπος του Mel Gibson κατάφερε να κερδίσει 5 βραβεία Όσκαρ.
Το 1976, μεταξύ αυτών των ταινιών, το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας κατέληξε στο Ρόκυ. Σίγουρα μια καλή ταινία, αλλά και η εύκολη επιλογή για την Ακαδημία. Ήταν το πιο προσιτό και δημοφιλές από τα 3 φιλμ, με τον Ταξιτζή και το Network να είναι πιο δημιουργικά και ρηξικέλευθα. Ο Ταξιτζής εξέτασε τo σκοτεινό κόσμο των προσωπικών δαιμόνων όπως δεν είχε ξαναγίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο, ενώ το Network προέβλεψε επί της ουσίας την δημιουργία της reality TV.
Εδώ έχουμε ένα συνδυασμό ανάξιου νικητή και πολύ καλύτερου ηττημένου. Το έξυπνο και σχεδόν στην εντέλεια γυρισμένο Fargo των αδερφών Κοέν έχασε από το βαρετό, πολύ βαρετό, ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ΒΑΡΕΤΟ “The English Patient”.
Δε λέω, καλή ταινία είναι το “Χορεύοντας με τους Λύκους” με το Hollywood τότε να λατρεύει τον Kevin Costner, αλλά τα “Καλά Παιδιά” έχουν περάσει στην ιστορία ως η “καλύτερη ταινία για τη μαφία” και στέκεται επάξια δίπλα στο Νονό στο γκανγκστερικό πάνθεον.
To 1994 η Anna Paquin έγινε η δεύτερη νεότερη νικήτρια στη ιστορία των βραβείων, κατακτώντας το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου σε ηλικία 11 ετών. Επικράτησε της Holly Hunter (που πήρε το όσκαρ Α’ Γυναικείου για το The Piano), της Winona Ryder και της Emma Thompson, με την έκπληξή της να μην κρύβεται καθώς μετά βίας μπορούσε να μιλήσει στον ευχαριστήριό της λόγο.
Παρότι το Forrest Gump είχε εγκωμιαστεί εκείνη τη χρονιά, σχολιάστηκε αρνητικά το γεγονός ότι η Ακαδημία αποφάσισε να του δώσει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας αντί του Pulp Fiction το οποίο έθεσε νέα δεδομένα στο τι μπορούν να κάνουν οι σκηνοθέτες με τη μη-γραμμική αφήγηση.
Θα κλείσω κατακρίνοντας τη συντηρητικότητα και το “διακριτικό ρατσισμό” της Ακαδημίας. Δε γίνεται να είμαστε για τα καλά στον 21ο αιώνα και να υπάρχουν χρονιές (και διαδοχικές μάλιστα) που όλοι οι υποψήφιοι για τα υποκριτικά (pun unintended) βραβεία να είναι λευκοί, ενώ υπάρχουν διαρκώς πολύ (και πολλοί) καλοί ρόλοι και ερμηνείες από ηθοποιούς διάφορων μειονοτήτων.
Άλλη μια ανικανότητα των βραβείων είναι η αδυναμία αναγνώρισης σπουδαίων δημιουργών οι οποίοι δεν έχουν ιδιαίτερες σχέσεις με την Ακαδημία (δεν τους ενδιέφεραν οι εκδηλώσεις, η προώθηση των ταινιών τους, κλπ.), με απόδειξη τα ΜΗΔΕΝ όσκαρ σκηνοθεσίας που έχουν συνολικά ο Stanley Kubrick (ίσως ο καλύτερος σκηνοθέτης που έχει βγάλει η Αμερική), ο Alfred Hitchcock (ίσως ο καλύτερος σκηνοθέτης που έχει βγάλει η Αγγλία), ο Orson Wells και ο Sydney Lumet.
H συντηρητικότητα της Ακαδημίας φαίνεται στις ασφαλείς επιλογές που κάνουν συνεχώς τα μέλη της στις ταινίες που ψηφίζουν. Είναι αξιοπερίεργο ταινίες που έχουν αγαπηθεί από κοινό και κριτικούς και είναι λίγο παραπάνω ιδιότροπες ή βίαιες από τα συνηθισμένα να μη λαμβάνουν καν υποψηφιότητες. Και δεν αναφέρομαι σε “υπόγειες” κυκλοφορίες αλλά ήδη βραβευμένες ταινίες όπως το Reservoir Dogs του Quentin Tarantino ή ταινίες από δημιουργούς που “συμπαθεί” η Ακαδημία όπως το The Big Lebowski των αδερφών Κοέν.
Αυτά από μένα. Περισσότερη γκρίνια στο μέλλον.