Το 23ο φεστιβάλ γαλλόφωνου κινηματογράφου Ελλάδος διοργανώνεται με μεγάλη επιτυχία και προσέλευση κόσμου 21-29 Μαρτίου, με προβολές σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα, Ηράκλειο και Χανιά. Νέες ιδέες, παγκόσμιες πρεμιέρες, πρωτότυπα θέματα θα ξεδιπλωθούν στις αίθουσες. Στα πλαίσια της Γαλλικής σχολής κινηματογράφου υπάρχει μια εγγενής δηθενιά, η αλήθεια είναι πως όταν ο μη σινεφίλ κόσμος ακούει για Γαλλικό κινηματογράφο ξινίζει λίγο και αποφεύγει, απορροφά όμως και παρουσιάζει πολλές εκφάνσεις της Γαλλικής κοινωνίας μαζί με μια καλλιτεχνική ελευθερία που σε άλλες χώρες δεν θα υπήρξε. Αρκετές ταινίες αποτέλεσαν τίμιες και έντιμες προσπάθειες στα χωράφια του αυτοσχεδιασμού όμως πάσχανε από έλλειψη αφηγηματικών στόχων και σεναριακής συνοχής. Κατά την γνώμη μας δύο ταινίες ξεχώρισαν κατά πολύ από τις υπόλοιπες και θα άξιζε, όταν πάρουν διανομή στην Ελλάδα, το κοινό να πάει τις δει.
Όταν ο Abel μαθαίνει ότι η μητέρα του Sylvie, στα εξήντα της, θα παντρευτεί ένα φυλακισμένο, πανικοβάλλεται. Με τη βοήθεια της καλύτερής του φίλης Clémence, θα κάνει τα πάντα για να την προστατεύσει. Αλλά η συνάντηση με τον Michel, τον νέο του πατριό, θα μπορούσε κάλλιστα να προσφέρει στον Abel νέες προοπτικές…
Στην τέταρτη σκηνοθετική δουλειά του Λουί Γκαρέλ, υποδύεται και την τέταρτη φορά χαρακτήρα που λέγεται Abel, χαρακτήρας παράλληλος σχεδόν πάντα με τη ζωή και το χαρακτήρα του ίδιου. Ο Γκαρέλ χτίζει μια κωμική περιπέτεια και ένα οικογενειακό δράμα ταυτόχρονα, ταλαντούχος με όραμα, ξέρει εξαιρετικά πως να εναλλάσσει τα είδη, κατασκευάζει τέλεια μια ιστορία καχυποψίας σε ενσυναίσθηση και τελικά αυτοθυσίας, ώστε ο χαρακτήρας του να ξεπεράσει το παρελθόν του, να προχωρήσει μπροστά, όμως όλα τα σχέδια δεν πάνε όπως τα θέλουμε. Όλοι οι χαρακτήρες αποκτούν μια κάθαρση, η μάνα νιώθει προδομένη, ο γιος προσπερνά τα κόμπλεξ του, ο σύζυγος δεν μπόρεσε ποτέ να αφήσει πίσω του τη ζωή του εγκληματία και η Clemence παραδέχεται τον έρωτα της.
Ο Γκαρέλ προσδίδει απρόσμενη ενέργεια με την κάμερα του, σε ένα περιπετειώδες οικογενειακό δράμα χαρακτήρων με έντονο το κωμικό στοιχείο και την συναισθηματική εξομολόγηση–FEELGOOD. 7/10 ΥΓ. Θέλουμε πιο πολύ Noemie Merlant στη ζωή μας.
Η Rama, μια νεαρή μυθιστοριογράφος, παρακολουθεί τη δίκη της Laurence Coly στο δικαστήριο του Saint-Omer. Η τελευταία κατηγορείται ότι σκότωσε την 15 μηνών κόρη της εγκαταλείποντάς την σε μια παραλία της βόρειας Γαλλίας, την ώρα της παλίρροιας. Όμως, κατά τη διάρκεια της δίκης, τα λόγια της κατηγορουμένης και οι καταθέσεις των μαρτύρων κλονίζουν τις βεβαιότητες της Rama και δημιουργούν αμφιβολίες στον θεατή.
Η μεγάλη Attraction του φετινού φεστιβάλ αναμφισβήτητα, το Saint Omer σε σκηνοθεσία Alice Diop, η οποία έγινε γνωστή κυρίως από Ντοκιμαντέρ, ένιωθα κατά τη διάρκεια της προβολής ότι ενώ βλέπαμε την ιστορία της κατηγορούμενης η Diop μιλούσε για την καρδιά της θέσης της γυναίκας στην Γαλλική κοινωνία και ταυτόχρονα την μεταφυσική και βιολογική σύνδεση μητέρας κόρης, (εμείς οι γυναίκες κουβαλάμε όλα τα τραύματα των μανάδων μας και με τη σειρά μας μέσα από έναν βιολογικό άρρηκτο δεσμό τα περνάμε και στις κόρες μας), επίσης καταδεικνύει κάποιες αντιφάσεις των σύγχρονων κοινωνιών, όπως ότι οι κοινωνίες αναπαράγουν τα δομικά προβλήματα τους και τις συμπεριφορές των “ελιτ”, λίγο χοντροκομμένα σεναριακά, αλλά με διάθεση αλήθειας.
Γενικά αγκαλιάζει τις δυσκολίες της μητρότητας μέσα από μια ελεύθερη μεταφορά της ιστορίας της Μήδειας, σε ένα φόρο τιμής στη Μαρία Κάλας όπως δήλωσε και η πρωταγωνίστρια της ταινίας, δικαστικό δράμα δωματίου με μια διδακτική αίσθηση, που όμως πρέπει να αναγνωρίσεις την καλή του πρόθεση–βαρύς ρεαλισμός. 8/10