Πριν να γίνει γνωστή ως η Wonder Woman, ήταν η Diana, πριγκίπισσα των Αμαζόνων, εκπαιδευμένη να είναι μια ανίκητη πολεμίστρια. Μεγαλωμένη σε ένα προστατευμένο από τον κόσμο, παραδεισένιο νησί, η ζωή της αλλάζει, όταν ένας Αμερικάνος πιλότος πέφτει στις ακτές του νησιού της και της λέει για ένα μεγάλο πόλεμο που εξαπλώνεται στον έξω κόσμο.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Η υπόθεση πάει κάπως έτσι: Νέα, ωραία και αγνώστου πατρότητας μελαχρινή κορασίδα, μεγαλώνει απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο, σ’ ένα νησί που δεν το έχει ούτε ο χάρτης. Ένα τυχαίο γεγονός θα την αναγκάσει να βγει για πρώτη φορά από την γυάλα (κυριολεκτικά) του κόσμου όπου μεγάλωσε, συνοδευόμενη από έναν Βρετανό κατάσκοπο με αγαθή καρδιά και σκοπό να σταματήσει ολομόναχος έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Εσύ θα πρέπει να αντιδράσεις σε κάθε βήμα της πλοκής που θα ακολουθήσει, ως θεατής που έχει να παρακολουθήσει ταινία πάνω από τρεις δεκαετίες. Να υπομείνεις τα λάγνα βλέμματα της πρωταγωνίστριας χαρακτηρίζοντας τα ως “χιούμορ” και χαλαρή διάθεση, να εντυπωσιαστείς όταν αυτή ανακαλύψει τις θεϊκές της δυνάμεις (και τον άγνωστο πατέρα της), να γελάσεις με τις προβλεπόμενες κωμικές καταστάσεις μιας ιθαγενούς που βρίσκεται για πρώτη φορά στον “Δυτικό” και “σύγχρονο” πολιτισμό, να συγκινηθείς όταν χρειαστεί να γίνουν οι (προβλεπόμενες) “θυσίες” και να ξαφνιαστείς σε ανατροπές πλοκής που θυμίζουν σαπουνόπερα των 90s.
Επίσης καλείσαι να αποφύγεις κάθε φεμινιστική σου σκέψη (είσαι προκατειλημμένος), να δεις σκηνές μάχης “κατάλληλες για όλες τις ηλικίες” (για να πάρει το φιλμ “φιλικό” Rating), να θεωρήσεις λογική την ομιλία στα αγγλικά με προφορά ανάλογη του background του ομιλούντα (οι Αμαζόνες μιλούν αγγλικά με ελληνική προφορά, οι Τούρκοι με βάρβαρη και οι Γερμανοί αγγλικά χωρίς “ρ”) και να μην θεωρήσεις ανέκδοτο την κουστωδία της Wonder Woman που αποτελείται από έναν Άγγλο, έναν Ινδιάνο (που βρέθηκε στο Λονδίνο), έναν Τούρκο (που πολεμάει φορώντας συνεχώς ένα φέσι στραβά απέναντι στο ίδιο του το έθνος) και έναν Σκωτσέζο.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Η ταινία έχει ως κεντρικό πρόσωπο την Gal Gadot που πρωτογνωρίσαμε στο Batman v Superman: Dawn of Justice, όταν δεν χρειάστηκε να προσφέρει κάτι περισσότερο από την εντυπωσιακή της παρουσία. Στο Wonder Woman όμως και καθώς πρόκειται για μια “ιστορία προέλευσης” (origin) αποκλειστικά γύρω από τον χαρακτήρα της, φαίνεται ξεκάθαρα η έλλειψη ταλέντου σε ερμηνευτικό επίπεδο, με την κατά τα άλλα πανέμορφη ηθοποιό, να προσδίδει συναισθήματα με εκφράσεις σουφρώματος χειλιών, ανοίγματος φρυδιών και απορημένα βλέμματα κουνώντας το κεφάλι για να δείξει ότι… ακούει τον συμπρωταγωνιστή της (περιμένω επικά memes “bad acting”).
To cast των συμπρωταγωνιστών ονομαστικά ίσως να έμοιαζε ελπιδοφόρο πριν τη θέαση του φιλμ, στην πορεία έδειξε να σκοντάφτει στους κακούς διαλόγους και τις (μάλλον) λανθασμένες σκηνοθετικές οδηγίες. Ο Chris Pine (Star Trek) χάθηκε στο ενδιάμεσο του κατάσκοπου και του κοινού θνητού που του δόθηκε ως ρόλος, η Elena Anaya κλήθηκε να ερμηνεύσει μία χαοτική villain με το ευφάνταστο όνομα “Doctor Poison” (τα σχόλια είναι περιττά), ο γνωστός δευτεραγωνιστής Danny Huston “ερμήνευσε” τον τύπου που μιλούσε Αγγλικά με Γερμανική προφορά για να δείχνει περισσότερο διαβολικός, ενώ οι David Thewlis (Harry Potter movies), Connie Nielsen (Gladiator) και Robin Wright (House of Cards) βρέθηκαν σε αμηχανία ερμηνείας, έχοντας να παλέψουν με τις τόσες τρύπες σεναριακής ύπαρξης των χαρακτήρων τους.
Για όλα τα παραπάνω (και όχι μόνο), προφανώς και ευθύνεται η Patty Jenkins (Monster), που μπορεί να μένει σε ικανοποιητικά επίπεδα κάδρου και χειρισμού κάμερας, αποτυγχάνει όμως σε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες ευθύνης της. Η μουσική βρίσκεται συνοδευτικά καθ’ όλη την διάρκεια, χωρίς να δώσει κάποιο θεματικό άκουσμα (theme), ακολουθώντας την γνωστή πεπατημένη μέθοδο ταινιών του ίδιου είδους.
Την ευθύνη ενός σεναρίου γεμάτο τρύπες, των χαρακτήρων-καρικατούρες και των αστείων διαλόγων που μάλλον έγραψε το 8χρονο παιδί της, παίρνει αποκλειστικά η Allan Heinberg, με βιογραφικό σε Grey’s Anatomy, Sex and the City, The O.C. κι άλλες… (Θου Κύριε φυλακήν τω στόματί μου).
Τέλος, παρότι γνωρίζω το μεγάλο κόστος παραγωγής του CGI, θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω “φτηνό”. Εύκολα διαπιστώνει κανείς ξεκινώντας από τα τοπία στο νησί των Αμαζόνων, μέχρι την απεικόνιση ενός Παγκοσμίου πολέμου, πως έχουμε να κάνουμε με μια “κακή” δουλειά για τα δεδομένα της εποχής, όντας λιγότερο αληθοφανές κι από video game προηγούμενης γενιάς.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Να τονίσω πριν την τελική μου ετυμηγορία πως είμαι φαν των comic movies, διαβάζω και βλέπω το ίδιο ευχάριστα Marvel/DC, δεν είμαι hater κάποιας εκ των δύο και σιχαίνομαι την σύγκριση ταινίας/βιβλίου/comic (κρίνω το κάθε μέσο χωρίς να το συγκρίνω με το άλλο).
Το Wonder Woman δεν έχει απολύτως τίποτα να προσφέρει στον κινηματογραφικό κόσμο γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στο κινηματογραφικό σύμπαν των υπερηρώων. Σε ένα είδος που συνεχώς πολλαπλασιάζεται ετησίως (σε ποσότητα παραγωγής), που μεταλλάσσεται όλο και περισσότερο προσθέτοντας Drama στοιχεία, σοβαρές ερμηνείες και χαρακτήρες με νόημα ύπαρξης και αλληγορική ματιά, έρχεται αυτό το φιλμ να “μας πάει” χιλιόμετρα πίσω. Η συνείδηση μου λέει: “δείτε το με δική σας ευθύνη”.