Η Cecilia Kass είναι μία νεαρή κοπέλα που βιώνει μία χειριστική σχέση στην οποία κακοποιείται με πολλούς τρόπους από τον πλούσιο και επιστήμονα σύντροφό της. Αφού καταφέρει να δραπετεύσει, θα μάθει μετά από λίγο καιρό ότι ο πρώην σύντροφος της αυτοκτόνησε και της αφήνει μεγάλη περιουσία. Αυτό θα την βάλει σε υποψία ότι η αυτοκτονία του είναι ψεύτικη και η υποψία της θα επιβεβαιωθεί, όταν θα αρχίσει να αισθάνεται μία αόρατη παρουσία να την παρακολουθεί.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Η Universal μετά από τις αποτυχημένες προσπάθειες αναβίωσης του dark universe της με τις ταινίες Dracula Untold και The Mummy (2017), αποφάσισε να διαφοροποιήσει λίγο τα σενάρια των ταινιών που θα ακολουθούσαν. Έτσι απέρριψε την σύνδεση μεταξύ τους. Η πρώτη ταινία της νέας αυτής μορφής ήταν το Invisible Man. Η ταινία ανατέθηκε στον Leigh Whannell, έναν έμπειρο σεναριογράφο με εξειδίκευση στον χώρο του horror/thriller (Saw, Insidious).
Η ταινία είναι ευρηματικά σκηνοθετημένη, καθώς ο δημιουργός χρησιμοποιεί έξυπνα τους τρόπους με τους οποίους ο θεατής θα δει το “αόρατο” κατά την εξέλιξη της υπόθεσης. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται από τις σκηνές, εξυπηρετεί το είδος του thriller, δημιουργώντας την απαιτούμενη αγωνία και το ενδιαφέρον για τον βασικό μας χαρακτήρα, την Cecilia. Η αδυναμία της ταινίας βρίσκεται στο σενάριο. Γενικά, ο Leigh Whannell προσπαθεί να δώσει τον αέρα της γυναικείας κακοποίησης και τον συμβολισμό ότι ακόμη και η πρωταγωνίστρια που κατάφερε να δραπετεύσει, δεν καταφέρνει να ξεφύγει εντελώς από αυτόν τον χειριστικό και βίαιο άντρα. Η ιδέα αυτή καταστρέφεται, όταν η “αόρατη ύλη” του άνδρα αυτού, παίρνει μορφή. Η μορφή του είναι επιστημονικής προέλευσης και οι εξηγήσεις της ταινίας πολύ λίγες. Το όλο μεταφορικό νόημα εγκλωβίζεται μέσα σε μία στολή διάθλασης(σαν τον αόρατο μανδύα του Harry Potter ένα πράγμα) που κάνει την ύλη αόρατη και με την οποία ο “κακός” μας αποκτά μάλλον δυνάμεις υπερήρωα, καθώς υπάρχει σκηνή που τα βάζει με μία στρατιά αστυνομικών (όχι δεν χρησιμοποιεί το ότι είναι αόρατος έξυπνα για να τους αντιμετωπίσει) και τους γυρνάει τα χέρια και τους παίρνει τα όπλα σαν να αντιμετωπίζει παιδιά. Έτσι, εκεί που ο θεατής παρακολουθεί μία ωραία μεταφορά, ξαφνικά βλέπει μία προσπάθεια ρεαλισμού που καταλήγει σε μία άσκοπη χρήση δράσης, η οποία δεν είναι απαραίτητη σε ένα thriller και εκεί ακριβώς αλλάζει όλη η ροή και το στυλ της ταινίας, αποκαλύπτοντας έτσι ένα μικρό πρόβλημα στο τέλος.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Ας δούμε όμως λίγο πιο λεπτομερώς τα τεχνικά μέρη της ταινίας. Η ταινία είναι σκηνοθετημένη, όπως είπαμε, με έξυπνο τρόπο. Η προσπάθεια δημιουργίας στιγμών αγωνίας απέναντι σε έναν αόρατο εχθρό είναι πετυχημένη, ενώ ο ρυθμός της ροής εναλλάσσεται από τις σταθερές σκηνές που η κάμερα απλά παρακολουθεί, σε κάποιες κινούμενες σκηνές που ακολουθούν την δράση. Εδώ ,ο Whanell καταφέρνει να πετύχει την ισορροπία και να μην προκαλέσει σάστισμα στον θεατή όταν προσπαθεί απλά να αφηγηθεί την πλοκή, αλλά χτίζει ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον για τις επόμενες σκηνές που περιέχουν τα “δεινά” της πρωταγωνίστριας από τον αόρατο άνθρωπο.
Το σενάριο μέχρι κάποιο σημείο φαίνεται να δημιουργεί κάτι ενδιαφέρον που όμως μετά από την έλευση της έντονης δράσης μέσα στην ταινία, καταλήγει σε κάτι χωρίς συγκεκριμένο χαρακτήρα και με πρόβλημα στο τέλος του. Εκτός όμως από την έξυπνη σκηνοθεσία, το συστατικό που σε κάνει να συνεχίσεις να παρακολουθείς σε όλη την διάρκεια με ενδιαφέρον την εξέλιξη της ταινίας είναι η εξαιρετική ερμηνεία της Elizabeth Moss, η οποία μεταφέρει με μοναδικό τρόπο τα συναισθήματα της οργής, του φόβου, αλλά και της ψυχρότητας στα σημεία που πρέπει, εντυπωσιάζοντας και τον πιο απαιτητικό θεατή.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Συνεπώς, είναι το Invisible Man μία καλή ταινία; Σίγουρα, είναι μία καλή δουλειά με προσεγμένο το μεγαλύτερο της μέρος, αλλά που δεν επιλέγει την μορφή και τον χαρακτήρα της με αποτέλεσμα να βγάλει ένα αρκετά μπερδεμένο αποτέλεσμα. Έχει πολλά αξιόλογα στοιχεία που την βγάζουν από το σύνολο των πολλών horror/thriller που κυκλοφορούν κάθε χρόνο και που δείχνουν ότι έχει δημιουργηθεί μία κινηματογραφική δουλειά που θέλει να μας πει κάτι και όχι απλά να μας τρομάξει ή να μας ανατριχιάσει. Τέλος, είναι σίγουρα μία ταινία που προτείνεται χάρη στην ευρηματική του σκηνοθεσία και στην εξαιρετική ερμηνεία της Moss, πράγματα που καλύπτουν κάπως τα αρνητικά και τις τρύπες του συνόλου.