Στρατευμένος με την ασίγαστη, ατσάλινη φωνή της άσπιλης τιμιότητας, ο άβγαλτος δικηγόρος Bryan Stevenson αναλαμβάνει την εκπροσώπηση θανατοποινιτών, ενώ μια μουχλιασμένη, αμαρτωλή κοινωνία βρυχάται με άσβεστο μίσος για να τον τρομοκρατήσει.
TI EΧΟΥΜΕ ΕΔΩ
Ναρκωμένες από την άξεστη αδιαφορία τους, οι πολιτειακές αρχές της Αλαμπάμα συνέλαβαν και καταδίκασαν λανθασμένα σε θάνατο τον Αφροαμερικανό Walter McMillian το 1988, όταν βρέθηκαν απελπιστικά εκτεθειμένες απέναντι στις απαιτήσεις της κοινωνίας για την εύρεση του ενόχου που δολοφόνησε στυγνά και επονείδιστα τη νεαρή Ronda Morrison δύο χρόνια νωρίτερα, μέσα σε ένα καθαριστήριο. Ο Bryan Stevenson, εμφορούμενος τον μανδύα της αμεροληψίας, αναλαμβάνει τη διάσωση του McMillian, αφού ανακαλύπτει σωρεία εξόφθαλμων παραβάσεων στον τρόπο που καταλογίστηκε το έγκλημα στον πελάτη του, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη μιας μικρής ομάδας ανθρώπων που διακινδυνεύουν τα πάντα για την πολυπόθητη επικράτηση της δικαιοσύνης.
Η κύρια γραμμή του δικαστικού δράματος Destin Daniel Cretton είναι, προφανώς, το σαβανωμένο, αδικαιολόγητο μίσος ενάντια στις κοινότητες των έγχρωμων στο Νότο, όπου παραδοσιακά μια οδυνηρά κολασμένη εχθρότητα σιγοκαίει, μακριά από την νομικά κατοχυρωμένη εξίσωση δικαιωμάτων μεταξύ λευκών και μαύρων. Το φιλμ θωρακίζεται πίσω από τον ιερό, συγκινητικό σκοπό του πρωταγωνιστή του, του άμεμπτου δικηγόρου Stevenson, ο οποίος προτάσσει εγκαρδιότητα όπου συναντά κυνισμό, καταπολεμώντας την εξασθένηση της υπομονής του με ανατροφοδότηση της επιμονής του για τη διάλυση της αρρωστημένης ρατσιστικής μανίας των απάνθρωπων αρμόδιων φορέων.
Ο Cretton καταδεικνύει τον πυρετό της μολυσμένης, διαβρωμένης λογικής μιας μεγάλης πλειονότητας των κατοίκων της περιοχής, επισημαίνοντας πως η απροκάλυπτη αγριότητα δεν καταπολεμιέται με στείρα απέχθεια, ειδικά όταν ο αντίπαλος δεν έχει απογαλακτιστεί από τη νοσηρή του επιθετικότητα. Αν προδίδει απολιθωμένες θεωρίες η συμπεριφορά του και αποζητά να δει το θύμα που επέλεξε τόσο λαβωμένο, ώστε να μην αντιστέκεται πια, συμφιλιωμένο με τη μοίρα του και σαστισμένο, δίχως να εκτιμά την ύπαρξή του, προετοιμασμένο από καιρό για τη συντριπτική και αδιαφιλονίκητη ήττα του, τότε η δραστική αντεπίθεση δικαιώνει τον άτεγκτο αγώνα κόντρα στο άλογο μένος.
Ίσως αυτή η μουντή, γκρίζα πραγματικότητα να σκιάζει το έργο με μελαγχολική εξαγρίωση για την κατάφωρη αδικία που υπέστη ο McMillian, όμως η αφήγηση συλλαμβάνει μια ανεπιθύμητη νότα σκυθρωπότητας, εκείνη της προβλεψιμότητας, διασύροντας εν μέρει και την επιρροή του φιλμ, αφού με την πάροδο του χρόνου αναδύεται μια τάση περιποιημένης ακαδημαϊκότητας. Η σκοτεινή φύση τυλίγει χαιρέκακα τη μοναχικότητα και τη συναισθηματική εξάντληση του πρωταγωνιστή, όμως ο συναισθηματισμός πνίγεται άδοξα μέσα σε μια εκτελεστική υποδειγματικότητα που συρρικνώνει τη μέθεξη του θεατή.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μπορεί ο Michael B. Jordan να προσφέρει την αίσθηση της οικείας ανιδιοτέλειας που συναντάται στα δικαστικά δράματα με ακατανόητη αυτοσυγκράτηση, όμως δίπλα του έχει έναν Jamie Foxx που ακτινοβολεί απέριττα μαρτυρικότητα. Με τον ορθολογισμό αποσκελετωμένο και λιπόθυμο, ο McMillian του Foxx τσουρουφλίζεται από ένα δίκιο που του ανήκει, αλλά δεν του παραχωρείται· το βλέμμα του βαρυγκωμά μπροστά στην ασυναγώνιστη κατήφεια που τον περικυκλώνει, δίχως να μπορεί να αποτινάξει την υπενθύμιση ενός άδικου βασανιστηρίου, μιας υποβολής σε ένα δυσχερή καταναγκασμό που τιμωρεί τη διαφορά του χρώματος και τίποτε άλλο. Ο Tim Blake Nelson κλέβει την παράσταση σε κάθε σκηνή του με τον σπινθηροβόλο διχασμό που αντικατοπτρίζεται στο ταλαιπωρημένο πρόσωπό του, ενώ η Brie Larson βγάζει αυτοπεποίθηση και ακατάβλητη θέληση ενάντια στον εκφοβισμό και τον φαρισαϊσμό των συμπολιτών της.
ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΟ ΔΩ
Εν ολίγοις, το “Just Mercy”, ενώ δεν καταφέρνει να αναχαιτίσει την ελαφριά δειλία του στην εξιστόρηση, χαϊδεύει δροσερά και ζωηρά μια νότα επιθυμητής ευαισθητοποίησης για τα (πάντοτε επίκαιρα) φυλετικά ζητήματα, σύμφυτη με προαιώνιες αξίες που πάντοτε θα αποκρούουν τη στυγερή ωμότητα του ακάθαρτου, ψυχοφθόρου μίσους. Η ελπίδα δεν καταβαραθρώνεται ποτέ και η αισιοδοξία του μηνύματος του έργου λάμπει θαρρετά μπροστά στην τυποποιημένη απόδοση του σεναρίου.